Ο ΒΑΠΤΙΣΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΙΗΣΟΥΣ
Ο Ιωάννης
ο Βαπτιστής και Πρόδρομος σηματοδοτεί την «αρχή του ευαγγελίου» του
Χριστού (Μαρκ.α΄1-7). Υπήρξε αινιγματική
μορφή, που καλύπτεται από πέπλο μυστηρίου και ακροβατεί μεταξύ μύθου και
πραγματικότητας. Οι ορθόδοξες αγιογραφίες τον εικονίζουν
με φτερά, ενισχύοντας το εξωπραγματικό στοιχείο της μορφής του. Πρόκειται
για εβραίο ιεροκήρυκα του 1ου αιώνα μετά Χριστό, που έδρασε στα
περίχωρα του Ιορδάνη, στη σημερινή Αλ Μαγκτάς της Ιορδανίας. Εκεί, στο λόφο του
προφήτη Ηλία, βρίσκεται μια σπηλιά κι ένα κανάλι νερού. Η σπηλιά θεωρείται
τόπος κατοικίας του Βαπτιστή και
χρησιμοποιήθηκε ως χριστιανική εκκλησία από τον 4ο ως τον 7ο
αιώνα. Ο Ιησούς τον θεωρούσε σπουδαιότερο (μείζονα)
από όλους τους ανθρώπους (Ματθ. ια΄11). Ιστορική
μαρτυρία γι αυτόν μας δίνει ο εβραίος ιστορικός Ιώσηπος (37-100 μ.Χ), που γράφει ότι «κάποιοι Ιουδαίοι θεωρούσαν την
καταστροφή του στρατού του Ηρώδη Αντύπα στη μάχη με τον Άραβα βασιλιά Αρέτα ως
τιμωρία από το θεό για το φόνο του Ιωάννη, του ονομαζόμενου Βαπτιστή, καλού
ανθρώπου, που συμβούλευε τους Ιουδαίους να είναι ενάρετοι, δίκαιοι και ευσεβείς
και να βαπτίζονται. Ο Ηρώδης φοβόταν τον Ιωάννη, γιατί το κήρυγμα του
ευχαριστούσε τον κόσμο και οι οπαδοί του ήταν ικανοί να κάνουν ο,τιδήποτε θα
τους συμβούλευε, ακόμα και επανάσταση, και μ’ αυτή την υποψία τον φυλάκισε στο
φρούριο Μαχαιρούντα, όπου εκτελέστηκε κατόπιν εντολής του. Ο Αρέτας, πεθερός
του Ηρώδη, κήρυξε πόλεμο εναντίον του γαμπρού του, για να εκδικηθεί τη συζυγική
απιστία του Ηρώδη, που ερωτεύθηκε την Ηρωδιάδα». Ο Ιώσηπος γράφει ότι τον Ιωάννη το Βαπτιστή σκότωσε ο
Ηρώδης Αντύπας πριν ηττηθεί το 36 μ.Χ. από τον πεθερό του, τον
Αρέτα, βασιλιά των Ναβαταίων, γιατί φοβόταν μήπως υποκινήσει επανάσταση
-όχι για χάρη της Ηρωδιάδας, που λένε τα ευαγγέλια- (Ιουδ. Αρχαιολ.,18,116-119). Φοβόταν «μη επί αποστάσει τινί φέροι, πάντα γαρ εώκεσαν
συμβουλή τη εκείνου πράξοντες» (Βικιθήκη, Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, βιβλίο 18ο,
116-119). Για τους μυθικιστές ο Ιωάννης είναι μυθικό πρόσωπο, όπως και ο
Ιησούς και η μαρτυρία του Ιώσηπου είναι πλαστή. Έχει υποκαταστήσει το θαλάσσιο
θεό Ωάννη, στα νερά του οποίου βαπτίζεται ο ήλιος, σύμβολο του Χριστού. Τίποτε
όμως δεν αποκλείει την ιστορική ύπαρξη και δράση στην Παλαιστίνη του 1ου
αιώνα ενός Εβραίου ιεροκήρυκα με το όνομα Ιωάννης ο Βαπτιστής, προερχόμενου από
την κοινότητα των Εσσαίων και προδρόμου της χριστιανικής αίρεσης. Στο κατά
Μάρκο, θ΄11-13 ο Ιησούς τον ταυτίζει με τον προφήτη Ηλία, φανερώνοντας ότι η
ιδέα της μετενσάρκωσης ήταν αποδεκτή. Το κατά Ιωάννη
ευαγγέλιο τονίζει ότι ο Ιωάννης δεν είναι ο Μεσσίας, αλλά κήρυκας
και πρόδρομος του Μεσσία. Αυτό μαρτυρεί την απήχηση που είχε η ζωή και το
κήρυγμά του στην ταραγμένη εκείνη περίοδο που τα γεγονότα της αποσιωπούν τα
ευαγγέλια, κατασκευάζοντας ρομαντικές και γαλήνιες σκηνές γύρω από τη δράση του
Χριστού, π.χ. ψάρεμα στη λίμνη, εκδρομές στους αγρούς και στα όρη, επισκέψεις
σε γάμους και τραπεζώματα. Σε κάθε ταραγμένη εποχή εμφανίζονται λαϊκοί
ιεροκήρυκες που προφητεύουν το τέλος του αμαρτωλού κόσμου ως συνέπεια της οργής
του θεού. Οι πιο χαρισματικοί συγκεντρώνουν οπαδούς και δημιουργούν νέα
θρησκευτικά ρεύματα, όπως ο Ιωάννης, που σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη ήταν γιος
του Ζαχαρία και της Ελισάβετ. Ο Ζαχαρίας, που η Εκκλησία τιμά στις 5
Σεπτεμβρίου, θεωρείται απόγονος του Ααρών (Λουκά α΄5-6) και γιος
του αρχιερέα Αβιά. Υπάρχει κι άλλος, αρχαιότερος Ζαχαρίας, προφήτης στον οποίο
αποδίδεται η ανθελληνική προφητεία «θα ξεσηκώσω τα τέκνα σου
Σιών εναντίον των τέκνων σου, Ελλάς….» (Ζαχ. Θ΄13-15), όμως
αυτός έζησε την εποχή της Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας (6ος αιώνας
π.Χ.), ήταν γιος του Βαραχίου και "κοιμήθηκε
σε βαθιά γεράματα" σύμφωνα με τον Ορθόδοξο Συναξαριστή (τιμάται στις 8 Φεβρουαρίου).
Ο πατέρας του Προδρόμου, σύμφωνα με τα ευαγγέλια, δολοφονήθηκε με εντολή του
Ηρώδη Α΄(37-4 π.Χ.) «μεταξύ του ναού
και του θυσιαστηρίου» (Ματθ. κγ΄35) κατά τη
βρεφοκτονία στη Βηθλεέμ, όταν ο Χριστός ήταν περίπου 2 ετών. Η Παράδοση λέει
ότι η Ελισάβετ για να γλιτώσει το γιο της Ιωάννη από τη σφαγή κατέφυγε στην
έρημο και κρύφτηκε σε μια σπηλιά. Η έρημος της Ιουδαίας ήταν ιδανικό
καταφύγιο για επαναστάτες και αιρετικούς όπως οι Εσσαίοι, αίρεση πρόδρομη του χριστιανισμού,
με τον οποίο είχαν πολλά κοινά στοιχεία μεταξύ των οποίων και το βάπτισμα. Ο
Ιησούς κατηγόρησε τους Φαρισαίους ότι αυτοί σκότωσαν το Ζαχαρία, το «γιο του
Βαραχίου», συγχέοντας τους δύο Ζαχαρίες, τον προ Χριστού
προφήτη, γιο του Βαραχίου και το δολοφονημένο πατέρα του Προδρόμου.
Η παιδική ηλικία του Προδρόμου παραμένει άγνωστη, όπως και του Ιησού.
Εμφανίζεται κι αυτός σε ηλικία 30 ετών κι αρχίζει κήρυγμα μετανοίας και
προειδοποίησης ότι πλησίασε ("ήγγικεν") η ώρα να
εγκατασταθεί η «βασιλεία του θεού» στη γη. Κήρυγμα εσχατολογικό, που
υποσχόταν άμεση έλευση του Μεσσία. Το ίδιο κήρυγμα συνέχισε ο χριστιανισμός με
τη διαφορά ότι αναμένει πλέον τη δεύτερη παρουσία του Μεσσία. Οι οπαδοί
του Ιωάννη εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους και βαφτίζονταν από αυτόν
στον Ιορδάνη, ώστε να είναι έτοιμοι για την υποδοχή του Μεσσία. Το
βάπτισμα έγινε απαραίτητο μυστήριο των χριστιανών, για την είσοδο των
προσήλυτων στην Εκκλησία και τον καθαρισμό τους από το προπατορικό αμάρτημα.
Στα ευαγγέλια προβάλλεται η ανωτερότητα του Χριστού και του βαπτίσματός
του (Ιωάν., α΄20, γ΄30, ζ΄28, Λουκά γ΄16-17). Οι «Πράξεις των
Αποστόλων» (ιθ΄1-20) αναφέρουν ότι ο απόστολος Απολλώ βάπτιζε το «βάπτισμα
του Ιωάννη», που δεν περιλάμβανε κάθοδο του αγίου πνεύματος. Σύμφωνα με την
Ι. Παράδοση, ο Ιωάννης ήταν ξάδελφος του Ιησού, 6 μήνες μεγαλύτερος από αυτόν.
Οι μητέρες τους, Ελισάβετ και Μαριάμ ήταν πρώτες ξαδέλφες. Η Άννα, μητέρα της
Μαριάμ και η Σοβήν, μητέρα της Ελισάβετ, ήταν αδελφές, κόρες του Ματθάν. Όμως
στα ευαγγέλια δεν υπάρχει πληροφορία για στενή σχέση και φιλία του Χριστού με
τον Ιωάννη. Στην αναφερόμενη από το Λουκά επίσκεψη της Μαριάμ στην εγκυμονούσα
Ελισάβετ, ως έμβρυο ο Ιωάννης αναγνώρισε τον κυοφορούμενο Χριστό και σκίρτησε
στην κοιλιά της μάνας του, μα ως ενήλικος δεν τον γνώριζε ούτε τον είχε
μαθητή, ενώ ο Ιησούς τον θαύμαζε, δέχτηκε το βάπτισμά του και ο θεός έδωσε στον
Ιωάννη σημάδι, αναγνώρισης του Μεσσία, το περιστέρι που κάθισε στο
κεφάλι του (Ιωάν. α΄33). Οι σκεπτικιστές κρίνουν περιττό για τον Ιησού το
βάπτισμα, αφού είχε σκοπό τον καθαρμό από αμαρτίες. Οι πιστοί ισχυρίζονται ότι
ήταν αναγκαίο για να φανερωθεί ο τρισυπόστατος θεός με τη φωνή του πατέρα, την
παρουσία του υιού και την εμφάνιση του περιστεριού-αγίου πνεύματος (Ματθ.γ΄16-17, Μαρκ.α΄10-11,
Λουκά γ΄21-22). Το κατά
Ιωάννη ευαγγέλιο δεν αναφέρει τη φωνή που ακούστηκε κατά τη βάπτιση,
αλλά προσθέτει τη μαρτυρία του Προδρόμου «ίδε, ο αμνός του θεού…»
(Ιωάν. α΄29),
όταν είδε να πλησιάζει ο Ιησούς για
να βαφτιστεί και να προσηλυτίσει τους πρώτους μαθητές του, οπαδούς του Ιωάννη.
Λίγο αργότερα, όταν ο Πρόδρομος φυλακίστηκε από τον Ηρώδη Αντύπα,
τετράρχη της Γαλιλαίας (4 π.Χ.-39 μ.Χ), μέσα στη φυλακή ξέχασε και τη φωνή και το άγιο πνεύμα κι
όλα τα θαυμαστά σημεία που υποτίθεται ότι είδε κι έστειλε δυο
μαθητές του να ρωτήσουν τον Ιησού, αν είναι αυτός ο Μεσσίας ή να περιμένουν
κάποιον άλλο (Ματθ.ια΄2 -5, Λουκά ζ΄18-23). Η αμνησία αυτή δεν δικαιολογείται, αν όντως είχαν συμβεί
τα θαύματα που διηγούνται τα ευαγγέλια. Ίσως αυτή η κίνηση του Βαπτιστή
φανερώνει την απόγνωση για την αποτυχία του μεσσιανικού κηρύγματος και των
ανεκπλήρωτων προφητειών του. Ο Ιησούς δεν συγκέντρωνε τα προσόντα του
αναμενόμενου σωτήρα, ένα είδος υπερανθρώπου, ικανού να σώσει και να
δοξάσει το Ισραήλ.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα