Περί της χριστιανικής αγάπης
«Η αγάπη για έναν εφαρμόζεται σε βάρος όλων των άλλων. Το ίδιο
ισχύει για την αγάπη για το θεό... Κάτω από το θρύλο και τη μεταμφίεση της ζωής του
Ιησού βρίσκεται κρυμμένη μία από τις πιο οδυνηρές περιπτώσεις μαρτυρίου της
γνώσης σχετικά με την αγάπη: το μαρτύριο της πιο αθώας και άπληστης καρδιάς,
που δεν της αρκούσε καμιά ανθρώπινη αγάπη, που απαιτούσε να αγαπιέται και
τίποτε άλλο, το απαιτούσε με τρέλα, με φοβερές εκρήξεις εναντίον εκείνων που
της αρνούνταν την αγάπη· η ιστορία μιας φτωχής ψυχής ανικανοποίητης και
αχόρταγης για αγάπη, που έπρεπε να επινοήσει την κόλαση για να στείλει εκεί
εκείνους που δεν ήθελαν να την αγαπήσουν και
που, αφού τέλος έμαθε τι είναι η ανθρώπινη αγάπη, έπρεπε να επινοήσει έναν θεό,
ο οποίος είναι καθ' ολοκληρίαν αγάπη…" (Νίτσε, Πέρα από το καλό και το κακό). Η χριστιανική αγάπη βγήκε μέσα από το εβραϊκό μίσος και επιδιώκει όπως εκείνο τη νίκη, το πλιάτσικο και τον εκμαυλισμό.
Ο Ιησούς ήταν το δόλωμα και το όργανο της
εκδίκησης του Ισραήλ, που του επέτρεψε να θριαμβεύσει με το σύμβολο
του σταυρού πάνω σε κάθε άλλο ιδεώδες. Η νίκη αυτή παρομοιάζεται με δηλητηρίαση στο
σώμα της ανθρωπότητας. Ο ευγενής άνθρωπος είναι απαλλαγμένος από τη μνησικακία
του ταπεινού. Παράδειγμα ο Μιραμπώ που δεν μπορούσε να συγχωρήσει τις προσβολές
που υφίστατο, γιατί τις ξεχνούσε. Ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί να αγαπήσει
αληθινά τους εχθρούς του, αν υποτεθεί ότι αυτό είναι κατορθωτό, γιατί
ο σεβασμός που τρέφει γι αυτούς είναι ήδη μια γέφυρα προς την αγάπη. Δεν θέλει τον
εχθρό του άξιο
περιφρόνησης, ενώ ο άνθρωπος της
μνησικακίας επινοεί τον
«κακό» εχθρό. Ήταν χονδροειδές
λάθος του Δάντη να τοποθετήσει στην πύλη της κόλασης την επιγραφή: «Κι εμένα με δημιούργησε η αιώνια αγάπη».
Δεν μπορεί να τοποθετηθεί μια αλήθεια
πάνω στην πύλη που οδηγεί σ’ ένα ψέμα. Χριστιανοί, όπως ο Θωμάς Ακινάτης και ο Τερτυλλιανός έγραφαν ότι ο κολασμός των
απίστων θα τους προξενούσε μεγαλύτερη χαρά και ικανοποίηση από τον ιππόδρομο και άλλα θεάματα της εποχής τους (Νίτσε,Γενεαλογία της Ηθικής). Η αγάπη
για τον πλησίον, η αγάπη για γνώση και αλήθεια και κάθε ώθηση για καινούρια πράγματα ως ώθηση
για απόκτηση μιας καινούργιας ιδιοκτησίας οφείλεται στην ανθρώπινη πλεονεξία και δίψα για κατοχή. Αλλά και
η επιθυμία να απαλλαγούμε από κάτι παραπανίσιο μπορεί να πάρει το τιμητικό όνομα αγάπη. Ο αγαθοεργός
εκμεταλλεύεται την ανάγκη του άλλου και η ευχαρίστηση που νιώθει είναι παρόμοια
με την ευχαρίστηση από μια νέα κατάκτηση. Αυτό ισχύει και για την αγάπη των δύο
φύλων. Αυτός που αγαπά θέλει να είναι μοναδικός
και αποκλειστικός κάτοχος του προσώπου που ποθεί και να εξουσιάζει απόλυτα την ψυχή και το σώμα του… Αποκλείει
τους άλλους από ένα αγαθό και γίνεται ο
δράκος που φυλά το χρυσό του θησαυρό, ένας ιδιοτελής κατακτητής και άρπαγας. Αυτή η άγρια δίψα για κατοχή και αδικία σε βάρος των άλλων έγινε το πρότυπο από το οποίο αντλήθηκε η αγάπη ως αντίθεση του εγωισμού,
ενώ είναι η γνησιότερη έκφραση του εγωισμού. (Νίτσε, Χαρούμενη Επιστήμη, Βιβλίο 1ο , παρ. 14)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα