Δευτέρα 4 Ιουνίου 2018

Ελληνισμός και Χριστιανισμός


Ο ελληνισμός ήταν το αντίπαλο δέος του χριστιανισμού. Ο Παύλος ομολογεί ότι το χριστιανικό κήρυγμα  είναι «μωρία», ενώ οι «οι Έλληνες σοφίαν ζητούσι». Η ελληνική σοφία έκανε το μεγάλο βήμα της απομυθοποίησης των θεών και ορθολογικής ερμηνείας του κόσμου. Τον 6ο αι. π.Χ. τρεις φιλόσοφοι από τη Μίλητο απέδωσαν την αρχή της ζωής σε κάποιο υλικό στοιχείο έμψυχο (υλοζωϊσμός= η ύλη δίνει στη ζωή μορφή και κίνηση). Ο Θαλής είπε ότι πρώτο στοιχείο από το οποίο προέκυψαν όλα ήταν το ύδωρ.  Ο Αναξίμανδρος, το άπειρον, που περιέχει όλες τις αντιθέσεις. Ο Αναξιμένης  έδωσε  τα πρωτεία στον αέρα. Ο  Ηράκλειτος ο Εφέσιος  αποφάνθηκε ότι «αυτόν τον κόσμο τον κοινό για όλους μας ούτε θεός ούτε άνθρωπος δημιούργησε, αλλά υπήρχε πάντοτε και θα υπάρχει, ρυθμιζόμενος από τον Λόγο, το κοσμικό πυρ που ανάβει και σβύνει με ορισμένο ρυθμό». Ο κόσμος (κοσμώ= στολίζω) είναι αρμονία αντιθέσεων σε αιώνια κίνηση.  Ο Αναξαγόρας από τις Κλαζομενές της Μ. Ασίας (5ος αι. π.Χ), που κατηγορήθηκε για αθεΐα, δίδασκε ότι ο Νους εκόσμησε τα απείρως μικρά στοιχεία, τα σπέρματα των όντων. Οι ατομικοί φιλόσοφοι Λεύκιππος και Δημόκριτος (5ος αι. π.Χ) ως γένεση εννοούσαν την ένωση των ατόμων, που είναι άπειρα, άτμητα σωματίδια, κινούμενα στο κενό, και φθορά την αποσύνδεσή τους. Οι Στωικοί πίστευαν ότι το σύμπαν είναι έμψυχο και μέρος του είναι ο άνθρωπος. Ο Πυθαγόρας έλεγε ότι η Μονάδα  θεός είναι το πυρ που  δημιουργεί τον κόσμο (υλικός πανθεϊσμός). Ο Αριστοτέλης ονόμαζε Θεό τη δύναμη εκείνη που, όντας ακίνητη, κινεί το αιώνιο  σύμπαν.  Ο Ήλιος έχασε τη θεϊκή του ιδιότητα, αφού ο Αναξαγόρας υπέδειξε ότι είναι λίθος διάπυρος και περιέγραψε πώς η Σελήνη αντανακλά το φως του, ενώ ο Θαλής πρόβλεπε τις εκλείψεις του. Ο Δημόκριτος εξήγησε πώς ο φόβος των βροντών, των αστραπών και άλλων φυσικών φαινομένων δημιούργησε την ιδέα των θεών (Σέξτος Εμπειρικός, Προς μαθηματι­κούς, IX 24). Ο Πρόδικος από την Κέα απέδωσε την καταγωγή των θεών στη θεοποίηση  αγαθών, όπως το φως, το στάρι, το κρασί κ.λπ.  Ο Κριτίας  αποκάλυψε ότι η θρησκεία  εξαπατά τους αφελείς, ώστε να φοβούνται τους θεούς και να τηρούν τους νόμους (Σίσυφος 25, 9). Ο Πρωταγόρας θεώρησε τον άνθρωπο μέτρο της αλήθειας και της γνώσης («πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος») και εισήγαγε τον αγνωστικισμό με το χαμένο βιβλίο του «Περί θεών», όπου έγραψε: «σχετικά με τους θεούς δεν μπορώ να εξακριβώσω αν υπάρχουν ή όχι, ή   ποιά είναι η μορφή τους, γιατί  πολλά  εμποδίζουν….. η αβεβαιότητα και το βραχύ του βίου».  Ο Αντιφών (Αλήθεια, απ.12) απέρριπτε τη θεία πρόνοια και την μαντική, όπως  και ο Ξενοφάνης από την Κολοφώνα της Μ. Ασίας (6ος αι π.Χ.),  που έλεγε ότι τα βόδια και τα άλογα, αν μπορούσαν να ζωγραφίζουν, θα ζωγράφιζαν τους θεούς τους ίδιους με αυτά. Ο Πλάτωνας διαπίστωνε με πίκρα ότι στην εποχή του είχε διαδοθεί η ιδέα ότι «οι θεοί είναι ανθρώπινες επινοήσεις  που  διαφέρουν από τόπο σε τόπο» (Νόμοι 889e). Στην Ελλάδα δεν υπήρχε η έννοια αίρεση, αλλά σχολές σκέψης (πλατωνικοί, πυθαγόριοι κλπ) και ανεξιθρησκεία (Πλούταρχος, Περί Ίσιδος…). Στο αρχικό στάδιο της αρχαιοελληνικής θρησκείας η ηθική ήταν χαλαρή. Αυτό σκανδάλιζε τους μεταγενέστερους φιλοσόφους. Ο Ξενοφάνης κατηγορεί τον Όμηρο και τον Ησίοδο ότι απέδωσαν στους θεούς επονείδιστα ελαττώματα («Πάντα θεοίς ανέθηκαν Όμηρος, Ησίοδός τε, όσα παρ’ ανθρώποις ονείδεα και ψόγος εστί, κλέπτειν, μοιχεύειν τε και αλλήλους απατεύειν»). Η καθιέρωση αρχών ηθικής ευλογήθηκε από τη θρησκεία μέσω της οποίας οι νόμοι καθαγιάστηκαν. Οι μεγάλοι νομοθέτες (Μίνως της Κνωσού, Λυκούργος της Σπάρτης, Ζάλευκος στους Λοκρούς της  Κ. Ιταλίας,  Μωυσής…) παρουσίασαν τους νόμους τους ως θείες εντολές, για να τους επιβάλλουν. Η επαφή με άλλους πολιτισμούς και η θρησκευτική  ανεκτικότητα πλούτισε το ελληνικό πάνθεο με θείες μορφές και τελετουργίες. Τα Μυστήρια δυνάμωσαν την πνευματικότητα, η οποία εξελίχθηκε σε φιλοσοφική αναζήτηση. Οι αρχαίοι θεοί έγιναν σύμβολα και οι μύθοι  αλληγορίες. Οι Έλληνες φιλόσοφοι από τον 6ο αι. π.Χ. έτειναν στο μονοθεϊσμό, ενώ ο λαός παρέμεινε καθηλωμένος στις δεισιδαιμονίες. Μετά τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου και στα χρόνια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, οι θρησκείες κατακτημένων και κατακτητών αναμίχθηκαν προετοιμάζοντας την επιβολή του χριστιανισμού  που θα ενσωμάτωνε τα δημοφιλέστερα στοιχεία των παλαιότερων θρησκειών. Οι χριστιανοί πολέμησαν τον ελληνισμό κατά τη χιλιετή περίοδο του Βυζαντίου και κατά την Τουρκοκρατία,  όμως αυτός επέζησε μέσα από τα ήθη και έθιμα, το δημοτικό τραγούδι και την αγάπη στην ελευθερία. Το πνεύμα της ιουδαϊκής θρησκείας υποχωρεί μπροστά στην ελληνική καλαισθησία, την αντίληψη του μέτρου και την αγάπη για τη ζωή και τις ομορφιές της. Ο χριστιανισμός  σύλησε τον ελληνισμό. Πήρε από αυτόν ό,τι χρειαζόταν, για ν’ αποκτήσει κύρος, αλλά παρέμεινε προϊόν εβραϊκό. Θεός του είναι ο Γιαχβέ, επαυξημένος με γιο και άγιο πνεύμα.  Εβραϊκοί ψαλμοί και ύμνοι χρησιμοποιούνται στη λατρεία του. Οι πιστοί εύχονται για τη δόξα της Σιών  και την ανοικοδόμηση των τειχών της Ιερουσαλήμ. Στον κόλπο του Αβραάμ και στις σκηνές των νομάδων πατριαρχών ικετεύουν να αναπαυθούν. Εβραίους προπάτορες μνημονεύουν. Εβραίο Μεσσία προσκυνούν κι  εβραϊκό θρίαμβο προσδοκούν στο τέλος του κόσμου. Ο νεοελληνικός πολιτισμός θέλησε να ενώσει τον ελληνισμό με το  χριστιανισμό  για να τα παρουσιάσει σαν κύρια χαρακτηριστικά του. Αυτό που συνέβη στην πραγματικότητα είναι η διαστρέβλωση των ελληνικών στοιχείων από το χριστιανισμό, που βάφτισε το μίσος αγάπη, την υποκρισία ευσέβεια, την αδυναμία δύναμη, την κοινωνική απομόνωση ασκητισμό, τη μισανθρωπία, την απάθεια και ανοχή της αδικίας αρετές, την φροντίδα για το σώμα αμαρτία, την ελευθερία της γνώμης αίρεση, το θάνατο αιώνια ζωή….. Τα Χριστούγεννα, τα Θεοφάνεια, τα Πάθη, η Ανάσταση, οι θεομητορικές γιορτές και τα πανηγύρια των αγίων αντικατέστησαν αντίστοιχες αρχαίες λαοφιλείς γιορτές. Ο Χριστιανισμός για να επιβιώσει μπήκε σαν παράσιτο στο κέλυφος του ελληνισμού. Τα γενέθλια του παγκόσμιου θεού Ήλιου έγιναν γενέθλια του εβραίου Ιησού. Οι θεοφάνειες αρχαίων θεοτήτων αντικαταστάθηκαν με τα χριστιανικά θεοφάνεια. Τα πάθη και η ανάσταση του Άδωνη και του Διόνυσου μεταμφιέστηκαν σε αντίστοιχες χριστιανικές τελετές. Πάνω στους αρχαίους μύθους οικοδομήθηκε το καινούριο ψέμα.   Οι ευαγγελιστές με εξαίρεση τον Ιωάννη περιγράφουν τη βάφτιση του Ιησού από τον ξάδελφό του, τον Πρόδρομο. Το γεγονός γιορτάστηκε πρώτα από τους «Γνωστικούς» του Βασιλείδη στις 6 Ιανουαρίου, πριν εφευρεθούν τα γενέθλια του Χριστού που προστέθηκαν στα Θεοφάνεια, όπως αναφέρει ο Γρηγόριος ο θεολόγος: «Γ´ Τὰ δὲ νῦν Θεοφάνια ἡ πανήγυρις, εἴτουν Γενέθλια· λέγεται γὰρ ἀμφότερα, δύο κειμένων προσηγοριῶν ἑνὶ πράγματι» Η γιορτή έχει τις ρίζες της στους αρχαίους καθαρμούς στους οποίους ανήκε η αθηναϊκή τελετή των «Πλυντηρίων», κατά την οποία έπλεναν το άγαλμα της Αθηνάς στο Φάληρο, για ν’ αγιαστούν τα νερά, όπως οι χριστιανοί ρίχνουν το σταυρό για τον ίδιο λόγο. Ο Γρηγόριος στο Λόγο του «εις τα Θεοφάνεια» δυσανασχετεί για την τήρηση των αρχαίων συνηθειών της γιορτής, χορών, στεφανιών στις πόρτες, στολισμού των δρόμων, μουσικής, γιορτινών ρούχων, γλεντιού, αρωμάτων, εκλεκτών τροφών και λέει ότι αυτά είναι ελληνικά έθιμα: «ταῦτα μὲν Ἕλλησι παρῶμεν, καὶ Ἑλληνικοῖς κόμποις, καὶ πανηγύρεσιν·». Δεν πίστευε ότι αυτά τα έθιμα θα άντεχαν επί αιώνες, γιατί ξεπήγασαν από την ψυχή του λαού.  Η χριστιανική θεολογία είναι διασκευή της πλατωνικής θεολογίας για το υπερούσιο ον που βρίσκεται πάνω απ’ όλα και είναι το υπέρτατο αγαθό, που συντηρεί με τη θεία του πρόνοια  τα πάντα και προς αυτό τείνει κάθε ενάρετος άνθρωπος. Ο δημιουργός θεός-πατέρας είναι άγνωστος ως προς την ουσία, αλλά γνωστός από τις ενέργειές του. Για τους εναρέτους θα υπάρξει μεταθανάτια αμοιβή και για τους αμαρτωλούς αντίστοιχη με τις πράξεις τους τιμωρία … Μεγάλη απήχηση είχε η πλατωνική διδασκαλία για τη σύσταση του ανθρώπου από ψυχή και σώμα. Στον «Φαίδρο», διάλογο που γίνεται στις όχθες του Ιλισσού τον 4ο αιώνα π.Χ. μεταξύ του Σωκράτη κι ενός όμορφου και φιλομαθούς νέου, του Φαίδρου, γιου του Πυθοκλή από το δήμο Μυρρινούντος, υποστηρίζεται ότι η ψυχή είναι θεϊκή, αγέννητη και αθάνατη, γιατί κινείται από μόνη της (αυτοκίνητη) και κινεί το σώμα μέσα στο οποίο κατοικεί. Μοιάζει ν’ αποτελείται από  ζευγάρι φτερωτών ίππων με ηνίοχο τον νου. Ο ένας ίππος είναι από καλή ράτσα και αντιστέκεται στο κακό, μα ο άλλος αντιπροσωπεύει τα κατώτερα ένστικτα κι αυτό κάνει δύσκολη τη δουλειά του ηνιόχου. Οι  ψυχές που δεν έχουν μπει σε σώματα πετούν στον αιθέρα συνοδεύοντας τους θεούς στον ουράνιο περίπατό τους. Οι θεοί χωρισμένοι σε 11 τάγματα με επικεφαλής το Δία, αφήνουν τη θεά Εστία να φροντίζει το παλάτι τους και τριγυρνώντας με τα φτερωτά άρματά τους στον ουρανό εκτελούν διάφορες λειτουργίες που έχουν αναλάβει. Όταν φτάσουν στο ψηλότερο μέρος του ουρανού που περιστρέφεται κοιτούν έξω, σ’ έναν τόπο υπερουράνιο, όπου βρίσκονται όλες οι αλήθειες, ομορφιά, σοφία, δικαιοσύνη κ.λπ., θείες ιδιότητες του υπέρτατου όντος. Η θέα τους τρέφει την ψυχή και την ευχαριστεί. Οι ψυχές που κατορθώνουν να ακολουθήσουν τους θεούς ως εκεί απολαμβάνουν κι αυτές το υπερκόσμιο θέαμα και τα φτερά τους δυναμώνουν, ενώ εκείνες που δεν τα καταφέρνουν τραυματίζονται, χάνουν τα φτερά τους και πέφτουν, μέχρι να μπούν σε κάποιο γήινο σώμα. Όταν όμως αντικρίσουν στη γη κάτι που θυμίζει την ουράνια ομορφιά, κυριεύονται από αγάπη γι αυτό και όσο πιο πολύ διατηρούν την ανάμνηση από τις αλήθειες που αξιώθηκαν να δουν, τόσο περισσότερο ενάρετες είναι. Όμως η ανάμνηση του καλού σβήνει, όταν ο ηνίοχος της ψυχής παρασυρθεί στην ακολασία από το άλογο των κακών επιθυμιών. Η πλατωνική θεολογία επηρέασε πρώτα τον ιουδαϊσμό. Ο Ιουδαίος φιλόσοφος Φίλων (20 π.Χ -45 μ.Χ.) ανακάτεψε τον πλατωνισμό με τον ιουδαϊσμό και αντιγράφηκε με πάθος από τους χριστιανούς πατέρες. Ο Φίλων γεννήθηκε και έδρασε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου στα χρόνια που υποτίθεται ότι έζησε ο Χριστός, την ύπαρξη του οποίου αγνοεί. Πρόσφερε μιαν αλληγορική ερμηνεία της Γένεσης, που έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τους χριστιανούς. Η πλατωνική διδασκαλία για το θεό, δημιουργό του ορατού και αόρατου κόσμου και τη σύσταση του ανθρώπου από αθάνατη, θεία ψυχή και φθαρτό, γήινο σώμα, μέσω του Φίλωνα πέρασε στους χριστιανούς πατέρες και διαμόρφωσε τη χριστιανική φιλοσοφία κατά τους 3 πρώτους αιώνες. Ο Φίλων στο έργο του «Περί της κατά Μωυσέα κοσμοποιίας» αντιγράφει τη δημιουργία του κόσμου, όπως περιγράφεται από τον Πλάτωνα στον "Τίμαιο". Ο κόσμος, επειδή είναι αισθητός, είναι κατ’ ανάγκη γεννητός. Τον δημιούργησε ένας αγαθός υπέρτατος θεός με πρότυπο κάποιο νοητό αιώνιο και αμετάβλητο κόσμο, βάζοντας τάξη στην αταξία και «κόσμο στην ακοσμία». Ο Νους έδωσε ψυχή και κίνηση στην άψυχη ουσία. Μαζί με τον κόσμο δημιούργησε και το χρόνο, τον οποίο μετρούν τα ουράνια σώματα που κατασκευάστηκαν με πρότυπο την ιδέα του νοητού φωτός. Αρχή των δημιουργημάτων είναι ο ουρανός. Υλικό κατασκευής τα 4 στοιχεία, πυρ, αήρ, ύδωρ και γη, τα οποία ο θεός επεξεργάστηκε με τους νόμους των μαθηματικών και της γεωμετρίας που έχουν σχέση με αναλογίες αριθμών και γεωμετρικά σχήματα!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα