Σάββατο 28 Απριλίου 2018

Περί Παύλου και Ευαγγελίων


Ο Παύλος ήταν  φαρισαίος από τη φυλή Βενιαμίν. Πατρίδα του ήταν η Ταρσός της Κιλικίας. Πήγε σε νεαρή ηλικία στην Ιερουσαλήμ  για να μελετήσει το Μωσαϊκό Νόμο κοντά στο νομοδιδάσκαλο Γαμαλιήλ.  Εκεί έμαθε για τους οπαδούς του Χριστού, που ονομάζει Ναζωραίους (Πράξεις κδ΄5), αφού Χριστιανοί ονομάστηκαν αργότερα, στην Αντιόχεια (Πρ.,ια΄26). Περί της αλλαγής του ονόματός του διάβασα σε σχόλιο φιλολογικής ιστοσελίδας ότι το αρχικό του όνομα Σαύλος, σημαίνει στα ελληνικά κίναιδος, σημασία που αναφέρεται στα λεξικά Λίντελ-Σκοτ, greek enacademic.com. και Αρχαίο Ερωτικό και Συμποσιακό Λεξιλόγιο Ροβήρου Μανθούλη. Στα εβραϊκά Σαύλος ή Σαούλ είναι μετοχή ρήματος που σημαίνει ζητώ και ερμηνεύεται ο αιτηθείς (από το θεό). Ο ελληνομαθής Σαύλος μετονομάστηκε Παύλος, που σημαίνει στα λατινικά ο ελάχιστος, ώστε και την παρεξήγηση ν’αποτρέψει και να προβάλλεται ως ταπεινόφρων. Όταν έγινε χριστιανός, οι συμπατριώτες του θέλησαν να τον σκοτώσουν (Πράξ., κγ΄12-24). Ο Ρωμαίος χιλίαρχος τον έσωσε και τον έστειλε με 2 εκατόνταρχους, 200 στρατιώτες και 70 ιππείς στην Καισάρεια της Παλαιστίνης, στον ηγεμόνα Φήλικα. Από εκεί οδηγήθηκε στη Ρώμη, όπου έμεινε 2 χρόνια. Για τον φιλάργυρο Ρωμαίο στρατηγό Φήλικα, που επί Νέρωνα (54-68) σταύρωνε επαναστάτες Ιουδαίους ως ληστές, γράφει ο Ιώσηπος στο Β΄ βιβλίο των Ιουδαϊκών Πολέμων. Ο  Παύλος δικαιολόγησε τη μεταστροφή του από τον ιουδαϊσμό στο χριστιανισμό με ένα όραμα που είδε πηγαίνοντας στη Δαμασκό το 36 μ.Χ, για να συλλάβει χριστιανούς. Ο αφηγητής του οράματος πέφτει σε αντίφαση:  Γράφει πως οι συνοδοί του Παύλου άκουσαν  μια φωνή, αλλά δεν είδαν τίποτε (Πράξεις, θ,7) και λίγο παρακάτω (κβ΄9) λέει ότι είδαν φως αλλά δεν άκουσαν τον Ιησού, ο οποίος απάγγειλε στίχο από τις Βάκχες του  Ευριπίδη (στ. 794 «δεινόν σοι προς κέντρα λακτίζειν»). Η χρήση αρχαίων ελληνικών στίχων από τον Παύλο επιβεβαιώνει την ελληνομάθειά του. Άλλος περίεργος ισχυρισμός είναι ότι ο Παύλος δραπέτευσε από τη Δαμασκό, γιατί φοβόταν τον Αρέτα που βασίλευε  χιλιόμετρα μακριά, στην Πετραία Αραβία (Β΄Κορ. 11. 32, 33). Οι πρώτες επιστολές του Παύλου (Προς Θεσ/νικείς, 50 μ.Χ) γράφτηκαν πριν από το αρχαιότερο ευαγγέλιο (Κατά Μάρκον, 65 μ.Χ), επομένως είναι τα πρώτα γραπτά ντοκουμέντα του χριστιανισμού και μας πληροφορούν τι πίστευαν οι πρώτοι χριστιανοί. Αυτό είναι σημαντικό, γιατί ο Χριστός του Παύλου διαφέρει από το Χριστό των ευαγγελίων. Είναι εξιδανικευμένο ουράνιο ον, χωρίς ανθρώπινες αδυναμίες. Ο Παύλος δίδασκε ένα δικό του ευαγγέλιο, που του αποκαλύφθηκε από το θεό (Γαλάτ.1:11-13). Δεν αναφέρει κανένα από τα γνωστά μας ευαγγέλια και αγνοεί τις διηγήσεις τους για τη γέννηση, τους γονείς του Ιησού, τη δημόσια δράση του και τη σταύρωση. Γράφει μόνο ότι γνώρισε τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, τον ανεψιό του Ιησού, αλλά δεν γνωρίζει τίποτε για την Παναγία. Το κήρυγμά του είναι γεμάτο υποσχέσεις, απειλές, κατηγορίες και παραδοξολογίες: π.χ. έταζε στους Θεσσαλονικείς, ότι θα προϋπαντήσουν το Χριστό κατά τη συντέλεια του κόσμου ανεβασμένοι πάνω σε σύννεφα. Κατηγορούσε τους Κρητικούς ότι είναι ψεύτες, άγρια θηρία, λαίμαργοι τεμπέληδες.... αισχροί, απειθείς και ανίκανοι για οποιοδήποτε καλό έργο» (Προς Τίτον 12-15). Καυχιόταν ότι προσηλύτιζε με πανουργία: «υπάρχων πανούργος δόλω υμάς έλαβον» (Β΄Κορινθ. 12: 16). Εξυμνούσε τη δουλεία, γι αυτό άρεσε στους Ρωμαίους και επαινούσε τη μωρία, γι αυτό άρεσε στους αμόρφωτους. Χάρη στον Παύλο ο χριστιανισμός εξελίχθηκε από ιουδαϊκή αίρεση σε θρησκεία οικουμενικού χαρακτήρα. Σε αυτό συνέβαλε η καταστροφή του 70 μ.Χ., εξαιτίας της οποίας έδρα του χριστιανισμού έγινε η Ρώμη αντί της Ιερουσαλήμ που πρόδιδε την εβραϊκή καταγωγή του. Ο Αλέξανδρος Σεβήρος (222-238) έγινε ο 1ος χριστιανός αυτοκράτορας.  Είχε άγαλμα του Χριστού στο παλάτι του και η μητέρα του Ιουλία Μαμαία  φιλοξένησε στην Αντιόχεια τον Ωριγένη το 235 μ.Χ. Στον προσηλυτισμό "εθνικών" βοήθησε η κατάργηση της περιτομής που εισηγήθηκε ο Παύλος, παρά τις αντιρρήσεις του Πέτρου και του Ιακώβου (Σύνοδος 49 μ.Χ.). Ο Παύλος αποκεφαλίστηκε, πιθανόν με την κατηγορία του συνωμότη κατά του Νέρωνα και υπεύθυνου για το κάψιμο της Ρώμης (64 μ.Χ). Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης στηρίζονται στην απειλή του ότι ο Χριστός «με πυρ θα εκδικηθεί όσους δεν τον αναγνώρισαν ως θεό» (Θεσσ. 1:8). Τα μόνα κείμενα του 1ου  αιώνα που αναφέρουν τον Παύλο είναι οι «Πράξεις των Αποστόλων» και η β΄ επιστολή Πέτρου (γ΄15-16). Ο γραμματέας του πάπα Λέοντα 10ου καρδινάλιος Μπέμπο (1547) υποπτευόταν ότι ο Ι. Χρυσόστομος έγραψε τις επιστολές του Παύλου με υλικό από κείμενα του Απολλώνιου Τυαννέα (His letters, A.L. Collins). Οι μυθικιστές τον θεωρούν πλάσμα της φαντασίας του  Γνωστικού Μαρκίωνα από τη Σινώπη του Πόντου, ο οποίος συνέθεσε  την 1η Καινή Διαθήκη αποτελούμενη από ένα ευαγγέλιο και επιστολές του Παύλου. Ο Μαρκίων έβαλε στο βιογραφικό του Παύλου στοιχεία από τη ζωή του Ιώσηπου: το ναυάγιό του, ενώ έπλεε στη Ρώμη. Το διωγμό επαναστατών στη Γαλιλαία που του ανέθεσε ο αρχιερέας Ανανίας. Ένας από αυτούς τους επαναστάτες στην Τιβεριάδα, ήταν ο Ιησούς του Σαπφία.  Σαούλ στις Ιστορίες του Ιώσηπου λεγόταν ένας βίαιος αριστοκράτης, που έδρασε στην επανάσταση του 66-73 μ.Χ. ... 
Τα ευαγγέλια έχουν γραφτεί δεκάδες χρόνια μετά το θάνατο του Χριστού, από αγνώστους που ισχυρίστηκαν πως κατέγραψαν τα λόγια των μαθητών του. Αρχαιότερα είναι το Κατά Ματθαίον (60-66 μ.Χ), που γράφτηκε στα αραμαϊκά και περιέχει τη μαρτυρία του εβραίου τελώνη Ματθαίου από την Καπερναούμ (Ματθ., θ΄9-13) και το Κατά Μάρκον (63 μ.Χ). Το Κατά Λουκάν καταγράφει τη μαρτυρία του Λουκά από την Αντιόχεια της Συρίας, που θεωρείται γιατρός του Παύλου. Χρονολογείται μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ (70 μ.Χ), που την αναφέρει ως προφητεία. Το Κατά Ιωάννην  γράφτηκε μεταξύ  85-95 μ.Χ. Ο Αθανάσιος  στην 39η επιστολή του συνέταξε Κανόνα της Καινής Διαθήκης με 27 βιβλία, που ενέκριναν οι σύνοδοι Λαοδικείας (363) και Καρθαγένης (419).  Πρώτος αναφέρει τα 4 ευαγγέλια ο επίσκοπος Λυών Ειρηναίος (185 μ.Χ., «Κατά Αιρέσεων»), που λέει ότι ο Ιησούς κήρυξε επί 20 χρόνια και σταυρώθηκε 50 ετών. Η απουσία αξιόπιστων στοιχείων από τα ευαγγέλια έγινε αιτία να αμφισβητηθεί η ιστορικότητα του Ιησού ακόμα και από θεολόγους (Bruno Bauer, Albert Schweitzer κ.α.). Γενεαλογία του Ιησού έχουν τα ευαγγέλια του Ματθαίου (α΄1-17) και του Λουκά (γ΄23-37), που συμφωνούν μόνο σε 17 ονόματα. Τον παπού του Ιησού ο Λουκάς ονομάζει Ηλί ενώ ο Ματθαίος Ιακώβ. Τη Γέννηση περιγράφουν οι Ματθαίος και Λουκάς. Ο Ιησούς φέρεται να έζησε από το 4 π.Χ., έτος θανάτου του Ηρώδη,  ως το 36 μ.Χ., έτος εξορίας του  Πιλάτου. Στο διάστημα αυτό αυτοκράτορες ήταν ο  Οκταβιανός Αύγουστος (27 πΧ -14 μΧ) και ο Τιβέριος (14-37 μΧ). Η Ιουδαία ήταν υποτελής στους Ρωμαίους, που διόριζαν εκεί βασιλείς και διοικητές της αρεσκείας τους, όπως τον Ηρώδη Α΄(37-4 π.Χ) και τους διαδόχους του: Ηρώδη-Αρχέλαο (4- πΧ -6 μΧ), Ηρώδη-Φίλιππο (πέθ. 33/34 μΧ) και Ηρώδη-Αντύπα (4 πΧ.-39 μΧ). Ο Ηρώδης-Αντύπας, τετράρχης στη Γαλιλαία, πίστευε πως ο Ιησούς ήταν μετενσάρκωση του Ιωάννη του Βαπτιστή (Ματθ., ιδ΄1-2). Το 6 μ.Χ. οι Ρωμαίοι προσάρτησαν την Ιουδαία στη ρωμαϊκή επαρχία Συρία και ο  έπαρχος  Κυρήνιος (6-12 μ.Χ) έκανε  απογραφή των Ιουδαίων με σκοπό τη φορολόγηση (Ιώσηπ., Ιουδ. Πόλ., Β΄). Ο Λουκάς (β΄1) γράφει ότι ο Ιησούς γεννήθηκε κατά την πρώτη απογραφή επί αυτοκρ. Αυγούστου και επάρχου Συρίας Κυρηνίου. Δεν γνώριζε ότι απογραφές  επί Αυγούστου έγιναν  το 28 π.Χ., το 8-6 π.Χ (επί επάρχου Συρίας Σατουρνίνου)  και το 14 μ.Χ. (monumentum ancyranum).  Αν ο Ιησούς γεννήθηκε λίγο πριν το θάνατο του Ηρώδη (4 π.Χ), θα ήταν 10 ετών στην απογραφή του 6 μ.Χ. και θα ήταν αδύνατον ο νεκρός Ηρώδης να διατάξει  σφαγή των νηπίων. Ο Λουκάς (β΄4) γράφει ότι ο Ιωσήφ, πατριός του Ιησού, ήταν εκ Ναζαρέτ της Γαλιλαίας. Δεν χρειαζόταν να μεταβεί στη Βηθλεέμ για απογραφή, αφού η Γαλιλαία υπαγόταν στον Ηρώδη Αντύπα, στον οποίο –ως αρμόδιο- έστειλε αργότερα ο Πιλάτος τον Ιησού για ανάκριση (Λουκά κγ΄5-16).  Αν ο Ιησούς γεννήθηκε γύρω στο 4 π.Χ., έγινε 30 ετών το 26 που ο Πιλάτος διορίστηκε στην Ιουδαία και σταυρώθηκε το 29 μ.Χ. Αν γεννήθηκε το 6 μ.Χ., το 36 άρχισε το κήρυγμα, χρονιά που εξορίστηκε ο Πιλάτος, και σταυρώθηκε το 39. Ποιον πρέπει να πιστέψουμε; Το Ματθαίο που τοποθετεί τη γέννηση στο 4 π.Χ. ή το Λουκά που τη χρονολογεί κατά την απογραφή του 6 μ.Χ.; Η  Ναζαρέτ 1η φορά αναφέρεται στα ευαγγέλια. «Ανακαλύφθηκε» από την αγ. Ελένη τον 4ο αιώνα. Επινοήθηκε από παρερμηνεία προφητείας για τη γέννηση του Σαμψών· «ναζίρ θεού έσται το παιδάριον» (Κριταί ΙΓ, 5, ναζίρ= αφιερωμένος). Ο Ιησούς ονομάστηκε Ναζωραίος κι έπρεπε να επινοηθεί ως πατρίδα του μια πόλη ηχητικά όμοια στο Βόρειο Ισραήλ το οποίο είχε πρωτεύουσα τη Σαμάρεια. Σύμφωνα με το Λουκά η Ναζαρέτ ήταν η πατρίδα του Ιωσήφ και της Μαριάμ, επομένως δεν εγκαταστάθηκαν εκεί από το φόβο του βασιλιά Αρχέλαου, όπως γράφει ο Ματθαίος (Ματθ., β΄22), αλλά γιατί εκεί ήταν το σπίτι τους. Ο Ιησούς ως Σαμαρείτης (Ιωάν., η΄48) ήταν χαλαρός με το Μωσαϊκό Νόμο, γιατί οι Σαμαρείτες δεν ήταν τυπολάτρες σαν τους Ιουδαίους και συγκρούστηκε με το ιερατείο της Ιερουσαλήμ («ου γαρ συγχρώνται Ιουδαίοι Σαμαρείταις», Ιωάν.,δ΄9). Η παραβολή του καλού Σαμαρείτη αποκτά ιδιαίτερο νόημα από αυτήν την προοπτική. Οι χριστιανοί βασιζόμενοι στο Πρωτοευαγγέλιο του Ιακώβου πιστεύουν ότι η Μαριάμ έμεινε 12 χρόνια στο Ναό του Σολομώντα. Αποκλείεται να  επετράπη σε κορίτσι η είσοδος στα Άγια των Αγίων, όπου μόνο ο αρχιερέας έμπαινε μία φορά το χρόνο και ούτε καν ο Ιησούς αξιώθηκε να μπει. Από τα κανονικά ευαγγέλια απουσιάζει η σπουδαιότητα που δόθηκε στη Μαριάμ από τον 5ο αι. και υπάρχει υπαινιγμός ότι απέκτησε κι άλλα παιδιά με τον Ιωσήφ: «δεν συνευρέθηκε με αυτή, μέχρι να γεννήσει τον πρωτότοκο γιο της» (Ματθ.,α 25). «Αυτός δεν είναι ο γιος του ξυλουργού, η μάνα του δε λέγεται Μαριάμ και οι αδελφοί του Ιάκωβος,  Ιωσής, Σίμων και Ιούδας; Και οι αδελφές του δεν είναι όλες μαζί μας;" (Ματθ., ιγ΄55- 56, Μαρκ., ΣΤ΄3), «είπαν σ’ αυτόν, η μητέρα σου και οι αδελφοί σου είναι έξω και σε ζητούν…» (Μαρκ., γ΄32). Ακόμα και ο Παύλος γνώριζε ότι ο Ιησούς είχε αδέλφια (Α΄Κορινθ. θ΄5). Η γέννηση του Ιησού οφείλεται σε ανδρικό σπέρμα: «εκ σπέρματος Δαυίδ» (Ματθ. 1-17/ Λουκά 23-27).  Μετά από 2-3 αιώνες αφάνειας της Μαριάμ, το δόγμα της αειπαρθενίας ήταν αναγκαίο για να επισκιάσει τις αρχαίες παρθένες θεές. Ο Ματθαίος  χρησιμοποιεί την προφητεία: «ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ ((= ο θεός μαζί μας) Μέχρι να μάθει το παιδί να διακρίνει το καλό από το κακό, οι εχθροί θα διαλυθούν» (Ησαΐας, Ζ΄14). Αυτά τα λόγια ειπώθηκαν στο βασιλιά Άχαζ, όταν οι βασιλείς του Αράμ και του Ισραήλ απείλησαν την Ιερουσαλήμ. Η παρθένα που αναφέρει ο Ησαϊας  συνευρέθη μαζί του και γέννησε αγόρι... Ο Ματθαίος στη διήγηση της γέννησης κάνει λόγο για  προσκύνηση μάγων, βρεφοκτονία και φυγή στην Αίγυπτο, περιστατικά που αγνοεί ο Λουκάς, ενώ ο Ματθαίος αγνοεί την προσκύνηση των  ποιμένων και τη χορωδία των αγγέλων που έψαλλε Δόξα εν υψίστοις. Ο Ματθαίος λέει ότι η μητέρα του Ιησού έμεινε έγκυος «πριν συνευρεθεί» με τον Ιωσήφ (Ματθ.α΄18) και επικαλείται όνειρα και προφητείες για να βεβαιώσει τη θεία προέλευση του παιδιού. Ο Ηρώδης (πεθαμένος από το 4 π.Χ.) προσπαθεί  να ξεγελάσει τους μάγους και διατάζει μια βρεφοκτονία, για την οποία κανείς ιστορικός δεν κάνει λόγο.  Όνειρα καθοδηγούν το ζευγάρι πότε να φύγει στην Αίγυπτο και πότε να επιστρέψει... Τη γέννηση του Προδρόμου, τον ευαγγελισμό της Μαριάμ, την επίσκεψή της στην Ελισσάβετ,  την περιτομή του Ιησού, και  τι έκανε  ως 12ετής στο Ναό διηγείται μόνο ο Λουκάς, που αγνοεί τα εβραϊκά έθιμα. Η συζήτηση που είχε ο δωδεκάχρονος Ιησούς στο Ναό με τους ραβίνους (Λουκά β΄42-50) ήταν εθιμοτυπική. Κάθε Εβραίος αυτής της ηλικίας αποκτά θρησκευτικά και κοινωνικά δικαιώματα με την τελετή Μπαρ Μιτσβά = Γιος της Διαθήκης.  Επιτροπή ραββίνων πιστοποιεί τις θρησκευτικές γνώσεις που πρέπει να έχει κάθε 12χρονο αγόρι. Κατά την επίσκεψη στο Ναό ο δωδεκάχρονος Ιησούς ακολούθησε αυτή τη διαδικασία. Το πολύ-πολύ θα έπρεπε να ειπωθεί ότι ο μικρός πέρασε με άριστα την εξέταση. Η 3ετής δράση του Ιησού άρχισε όταν έγινε 30 ετών, μετά τη φυλάκιση του Ιωάννη (29 μ.Χ.), του οποίου η δράση τοποθετείται από το Λουκά το 15ο έτος του αυτοκρ. Τιβερίου.  Τα ευαγγέλια αγνοούν την κατάσταση στην Παλαιστίνη του 1ου αι. μ.Χ.  Δεν αναφέρουν ότι στην έρημο, όπου συχνά ο Ιησούς κατέφευγε για να προσευχηθεί, ζούσαν Εσσαίοι και Ζηλωτές οργανωμένοι σε κοινότητα με  πολιτικό ηγέτη απόγονο του Δαβίδ και θρησκευτικό ηγέτη απόγονο του Ααρών (Ιούδας Γαλιλαίος και Ζαχαρίας / Ιησούς και Πρόδρομος). Η Κανά, όπου έγινε το νερό κρασί, όταν όλοι είχαν μεθύσει, ήταν ορμητήριο Ζηλωτών. Ο Πρόδρομος ήταν αρχηγός αίρεσης, από την οποία ο Ιησούς απέσπασε οπαδούς (Κλημέντιες Γραφές, 2, κεφ.8). Η Ιουδαία σπαρασσόταν από επιδρομές ληστών, επαναστάσεις που καταπνίγονταν από τους Ρωμαίους, βαριά φορολογία και εμφύλιο πόλεμο των θρησκευτικών φατριών, δηλ. των Φαρισαίων, που συνεργάζονταν με τους Ρωμαίους, των Εσσαίων που είχαν παρακλάδι τους επαναστάτες Ζηλωτές και των Σαδδουκαίων, που απέρριπταν την ανάσταση και τους αγγέλους. Ο Ιησούς  είχε μαθητές Εσσαίους (Ανδρέας, Πέτρος, Ιάκωβος, Ιωάννης) και  ζηλωτές (Ιούδας, Σίμων Κανανίτης).  Ο Πρόδρομος  κατά τη Βάπτιση κήρυττε ότι ο Ιησούς είναι ο μεσσίας (Ματθ.γ΄, Μαρκ. α΄1-11, Λουκά γ΄1-22, Ιωάν.α΄6-37-γ΄22-36). Μετά από 2 χρόνια και ενώ βρισκόταν στη φυλακή, έλεγε στους μαθητές του ότι δεν τον γνωρίζει και αμφιβάλλει γι αυτόν (Ματθ., ια΄2-6, Λουκ. Ζ΄18-23). Από λάθος προέκυψαν  ανύπαρκτες πόλεις, που ιδρύθηκαν εκ των υστέρων, για να δικαιολογηθεί η αναφορά τους στα ευαγγέλια: π.χ. το «παραινών» (= συμβουλεύοντας, Λουκά, γ΄18) στον Ιωάννη γίνεται τοπωνύμιο  «εν Αινών». Στη διήγηση της Βάπτισης τα 3 «συνοπτικά» ευαγγέλια  λένε ότι άνοιξε ο ουρανός και κατέβηκε το άγιο πνεύμα σαν περιστέρι κι ακούστηκε η φωνή του θεού. Στο Κατά Ιωάννη μόνο ο Πρόδρομος είδε το πνεύμα (α΄32) και δεν ακούστηκε φωνή. Τα Κατά Μάρκον και Κατά Ιωάννην αρχίζουν από τη Βάπτιση, επειδή τότε βεβαίωσε ο θεός ότι ο Ιησούς είναι υιός του («εγώ σήμερον γεγέννηκά σε», Λουκά, γ΄ 22). [Ο Ιησούς βαφτίστηκε 30 ετών, αλλά οι χριστιανοί δεν τον μιμούνται, ώστε να βαπτίζονται ενήλικοι].Την επομένη ο Πρόδρομος σύστησε τον Ιησού σε 2 μαθητές του, ένας από τους οποίους, ο Ανδρέας, προσηλύτισε τον αδελφό του, Σίμωνα (Ιωάν.α΄42). Στα 3 συνοπτικά ευαγγέλια την επιλογή των μαθητών κάνει ο  ίδιος ο Ιησούς. Ο Ιωάννης αναφέρει το μαθητή Ναθαναήλ (α΄46-52), που δεν υπάρχει στα άλλα ευαγγέλια και βάζει τον Ιησού να υπόσχεται στους μαθητές του ότι σύντομα θα δουν «τον ουρανό ανοιχτό και τους αγγέλους του θεού να ανεβοκατεβαίνουν υπηρετώντας τον υιό του ανθρώπου».  Ο Λουκάς παραλείπει το Θαδδαίο, αλλά αναφέρει τον Ιούδα του Ιακώβου (στ΄12-16), που παραλείπουν οι άλλοι.  Οι τίτλοι του Ιησού στα ευαγγέλια,  υιός θεού, υιός ανθρώπου (Μαρκ.,ι΄33, Λουκ.,δ΄22. Ιωάν.,α΄46), υιός Ιωσήφ (Ματθ., ιγ΄55) και υιός Δαβίδ, μαρτυρούν σύγχυση μεταξύ πίστης και ρεαλισμού. Τον Παράκλητο (Άγ. Πνεύμα) αναφέρει μόνο ο Ιωάννης... Αγιογραφία και Παράδοση εμπνέονται από τα απόκρυφα ευαγγέλια, όπως το  Πρωτοευαγγέλιο του  Ιακώβου (2ος αι. μ.Χ). Επειδή όμως περιέχουν πληροφορίες που δεν ταιριάζουν με την επίσημη διδασκαλία, οι επίσκοποι τα κατέστρεφαν. Κάποια σώθηκαν, όπως τα χειρόγραφα που βρέθηκαν το 1945 στο Ναγκ Χαμμαντί (Χηνοβόσκιο) της Αιγύπτου και το 1947 στη Νεκρά Θάλασσα. Το 1958 στη Μονή του Αγ. Σάββα στα Ιεροσόλυμα βρέθηκε γράμμα του Κλήμη, επισκόπου Αλεξανδρείας (150-215 μ.Χ) που αφήνει υπαινιγμούς περί ομοφυλοφιλίας  και προτρέπει να μείνει μυστικό το κρυφό ευαγγέλιο του Μάρκου, που αναφέρει ότι στη Βηθανία ο Ιησούς ανέστησε πλούσιο νέο, που φορούσε  λινό ύφασμα στο γυμνό κορμί του κι  έμειναν τη νύχτα μαζί. Ίσως πρόκειται για τον ίδιο νέο, ο οποίος στο κανονικό ευαγγέλιο του Μάρκου κατά τη σύλληψη του Ιησού «αφήνοντας το σεντόνι ξέφυγε γυμνός.» (Μάρκ. ιδ:50). Την υποψία  ενίσχυε  η σχέση Ιησού- Ιωάννη (Πράξ. Ιωάν. 90-113). Απόκρυφα κείμενα λένε πως ο Ιησούς «δεν είχε ομορφιά ούτε ανάστημα» (Πράξεις Πέτρου).  «Το σώμα του ήταν κακόμορφο» (Ωριγένης, Κατά Κέλσου). «Ήταν κοντόςσχεδόν φαλακρός, με μούσι πυκνό και πεταχτό» (Πράξεις Ιωάννη, 88- 90)... Τέτοιες περιγραφές έπρεπε να εξαφανιστούν, καθώς δεν είχαν σχέση με τη μορφή που φιλοτέχνησαν  οι αγιογράφοι, ιδίως της Δυτικής τεχνοτροπίας. Το 1859 ο  Constantin von Tischendorf  ανακάλυψε στην Αγ. Αικατερίνη Σινά το Σιναϊτικό κώδικα (Παλαιά και Καινή Διαθήκη, 346 φύλλα γραμμένα περί το 350 στα ελληνικά). Από την κανονική Κ. Διαθήκη έχει 14.800  διαφορές! Όπως όλες οι αρχαίες Βίβλοι (Αλεξανδρινή, Βατικανού, Βεζά ή Κανταβρύγιος κώδικας, λατινικό χειρόγραφο του Μάρκου «Κ»)  το Κατά  Μάρκον ευαγγέλιο του Σιναϊτικού Κώδικα ξεκινά με τον Ιησού 30 ετών, δεν τον ονομάζει υιό Θεού, δεν έχει μεσσιανικές προφητείες, γενεαλογία, παρθενογένεση, ανάσταση και  ανάληψη. Στο τελευταίο κεφάλαιο του Κατά Ιωάννην το χωρίο για την ανάσταση είναι προσθήκη του 6ου αιώνα. Του Λουκά συμπληρώθηκε με 8.500 λέξεις το 15ο αιώνα. (Λουκ. θ 51 –ιη 14). Οι προσθήκες ήταν γνωστές από τα πρώτα χριστιανικά χρόνια. Ο Ωριγένης γράφει: «πολλή γέγονεν η αντιγράφων διαφορά, είτε από ραθυμίας τινων αντιγραφέων είτε από τόλμης τινών μοχθηράς διαθέσεως των γραφομένων είτε από των τα εαυτοίς δοκούντα εν τη διορθώσει προστιθέντων ή αφαιρουμένων» (Υπόμνημα εις Ματθαίον).  Ιστορικό λάθος είναι η χρονολόγηση της φυλάκισης του Ιησού επί  Λυσανία (Λουκά γ΄1). Αυτός  ήταν τετράρχης Αβιληνής το 40-36 προ Χριστού!  Ο Ιωάννης δεν αναφέρει τη Μεταμόρφωση, αν και υπήρξε αυτόπτης.  Ο Μάρκος και ο Ιωάννης αγνοούν την επί του όρους ομιλία, που ο Ματθαίος την τοποθετεί επί λόφου (Ματθ.ε΄1 -ζ΄29) και στο Λουκά γίνεται  σε πεδιάδα (Λουκά,στ΄17-49).  Στο ευαγγέλιο του Ιωάννη, ιθ΄31 και  του Λουκά, κγ΄54, το Πάσχα πέφτει Σάββατο.  Στου Ματθαίου  Πέμπτη  (κστ΄ 19) και  στου Μάρκου Παρασκευή (ιε΄42).  Στο ευαγγέλιο του Ιωάννη (ιθ΄14) στις 12 το μεσημέρι (ώρα 6η) ο Χριστός δικαζόταν από τον Πιλάτο, ενώ στα άλλα 3 ευαγγέλια γινόταν έκλειψη ηλίου  και παγκόσμιος σεισμός... Είναι αναμφισβήτητο ότι τα ευαγγέλια δεν έχουν ιστορικές πληροφορίες αξιόπιστες, αλλά  αντιφατικές και λανθασμένες.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα