Κυριακή 15 Απριλίου 2018

ΙΗΣΟΥΣ: ΜΥΘΟΣ Η ΙΣΤΟΡΙΑ;


 (Διάλογος μυθικιστή και οπαδού της ιστορικότητας του Ιησού)
 -Ο Ιησούς περιγράφεται από τα ευαγγέλια ως ιεροκήρυκας και θαυματοποιός που η φήμη του είχε ξεπεράσει τα σύνορα της πατρίδας του. Τα έβαλε με το εβραϊκό ιερατείο στην προσπάθειά του να εξυγιάνει τη θρησκευτική ζωή. Προκάλεσε συνταρακτικές καταστάσεις όσο ζούσε. Η δίκη του έγινε παρουσία όλου του ιουδαϊκού λαού και των Ρωμαίων κατακτητών της Ιουδαίας. Ο θάνατός του συνοδεύτηκε από σεισμό και παγκόσμια έκλειψη ηλίου… Κι όμως, αυτό το μοναδικό φαινόμενο ανθρώπου πέρασε απαρατήρητο από τους σύγχρονούς του ιστορικούς  και μάλιστα τους συμπατριώτες του, τον Ιούστο της Τιβεριάδας και τον Ιώσηπο, του οποίου η περί Χριστού μαρτυρία αποδείχτηκε πλαστογραφία του 4ου αιώνα. Είναι λοιπόν βάσιμη η υποψία ότι το πρόσωπο του Ιησού ήταν ένας μύθος που κατασκεύασε μια μεσσιανική ιουδαϊκή αίρεση, που αργότερα ονομάστηκε «χριστιανισμός». Ήταν μια προσπάθεια να πάρει σάρκα και οστά  το εβραϊκό όραμα του Μεσσία.
-Ο Ιησούς δεν ήταν τόσο γνωστός, όσο λένε τα ευαγγέλια, στα οποία υπάρχουν υπερβολές, απαραίτητες για τη διάδοση μιας αίρεσης. Εκείνο που τον έκανε γνωστό ήταν η δράση των οπαδών του. Συχνά κάποια ιστορική αλήθεια καλύπτεται πίσω από θρύλους. Παραμερίζοντας τα μυθικά στοιχεία μπορούμε να συμπεράνουμε την ύπαρξη ενός ραβίνου Ιησού που έζησε τον 1ο αιώνα στην Παλαιστίνη, ήταν μαθητής του Βαπτιστή Ιωάννη και -όπως εκείνος- κήρυττε την έλευση της Βασιλείας του θεού. Το πρόσωπο αυτό δημιούργησε  ένα κύκλο οπαδών και λόγω σύγκρουσής του με το ιερατείο, είχε την τραγική κατάληξη να σταυρωθεί. Φαίνεται ότι δεν γνώριζε να γράφει, γι αυτό την προφορική διδασκαλία του κατέγραψαν οι οπαδοί του διανθίζοντάς την με θαύματα και στοιχεία από γνωστούς μύθους. Μπορούμε εξ άλλου να δεχτούμε και την άλλη εκδοχή που θέλει τον Ιησού επαναστάτη κατά των Ρωμαίων και των φίλων τους Ιουδαίων.

-Την άποψη ότι ο Χριστός είναι μυθικό κατασκεύασμα ενισχύει η άγνοια του Παύλου, που ενώ ήταν σύγχρονος του Ιησού, δεν τον συνάντησε ούτε μια φορά ζωντανό και δεν αναφέρει τίποτε για θαύματα, κηρύγματα και νεκραναστάσεις. Δεν θυμάται -αν και μαθητής του ραβίνου Γαμαλιήλ στα Ιεροσόλυμα- την ταραχή που προκάλεσε στο ιερατείο ούτε κάτι από τη σύλληψη, τη δίκη, τη σταύρωση, το σεισμό, το σκοτάδι που έπεσε κλπ., ενώ, αν ήταν πραγματικά γεγονότα, έπρεπε να τα είχε παρακολουθήσει ως φανατικός φαρισαίος και ενήλικος για τα ιουδαϊκά δεδομένα (18 ετών περίπου) και παρών στον εορτασμό του Πάσχα, όπως όλοι οι συμπατριώτες του. Ο Ιησούς που περιγράφει ο Παύλος είναι ον ουράνιο και το συνάντησε μόνο στα οράματά του.

-Ο Παύλος παρέλειψε τις λεπτομέρειες των ευαγγελίων, επειδή επικέντρωσε το κήρυγμά του στο θάνατο και την ανάσταση του Ιησού. Φαίνεται ότι υπήρχαν γραπτές πληροφορίες και παραπέμπει σ’ αυτές με τη φράση «κατά τας γραφάς», γιατί θεωρεί περιττό να τις επαναλάβει. Η διαφορά του Ιησού του από τον Ιησού των ευαγγελίων οφείλεται στην προσπάθειά του να προσηλυτίσει εθνικούς με φιλοσοφική παιδεία.

 -Στα ευαγγέλια υπάρχει σύγχυση ιστορίας και μύθου. Αν και είχε δώσει εντολή ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος στο φίλο του Ευσέβιο, επίσκοπο Καισαρείας της Παλαιστίνης, οπαδό του Αρείου, να τα διορθώσει, ξέφυγαν από τη λογοκρισία ασυμφωνίες και λάθη, που αποδεικνύουν ότι ο Ιησούς είναι μύθος, π.χ. η φανταστική γενεαλογία του, το αστέρι της Βηθλεέμ, οι Μάγοι, η σφαγή των νηπίων κλπ. Τα κανονικά ευαγγέλια ήταν στην αρχή ανώνυμα, γραμμένα στα ελληνικά, από μορφωμένα άτομα, μια-δυο γενιές  μετά τα γεγονότα που  ιστορούν, ενώ οι μαθητές του Ιησού ήταν αγράμματοι και μιλούσαν αραμαϊκά. Οι συγγραφείς  βασίστηκαν σε προφορικές ιστορίες που άλλαζαν με το χρόνο και την περίσταση. Τα κείμενα έχουν υποστεί πολλές διορθώσεις μέχρι την οριστικοποίησή τους τον 4ο αιώνα μ.Χ.

-Γύρω από τον Ιησού δημιουργήθηκαν πολλοί μύθοι, που οι ευαγγελιστές ανέλαβαν να ξεκαθαρίσουν, για να διασωθεί η αυθεντική διδασκαλία του. Κατά καιρούς αντιγραφείς και διορθωτές έκαναν παρεμβάσεις στα κείμενα για να υποστηρίξουν μια άποψη, αυτό όμως δεν εμποδίζει να υποπτευθούμε ότι υπήρξε ένα αρχικό μεσσιανικό κήρυγμα, που διατυπώθηκε από κάποιο υπαρκτό πρόσωπο και ψήγματα του κηρύγματος αυτού υπάρχουν σε όλα τα ευαγγέλια.

 -Αν ο Ιησούς υπήρξε και ήθελε να διδάξει  κάποιες δικές του εντολές, θα κατέγραφε τη διδασκαλία του, όπως ο Μωυσής, για να μην  παραχαραχτεί. Αν ήταν αγράμματος, θα την υπαγόρευε σε κάποιον μορφωμένο μαθητή του,  π.χ. τον  φαρισαίο Νικόδημο. Αυτό κάνουν συνήθως οι ιδρυτές θρησκειών και αιρέσεων. Γιατί, λοιπόν, να μην υποθέσουμε ότι οι χριστιανοί κατασκεύασαν έναν ημίθεο και του απέδωσαν τη διδασκαλία τους, που είναι απάνθισμα ρητών και ηθικών κανόνων  άλλων σπουδαίων προσώπων;  Π.χ. το  «Μην κάνεις στους άλλους ό,τι δεν θέλεις να σου κάνουν, αυτός είναι ο μοναδικός νόμος» το είπε ο ραβίνος Χιλέλ ο Πρεσβύτερος (1ος αι. π.Χ.). Τη συγχωρητικότητα προς τους εχθρούς δίδαξε ο Σωκράτης («ουδ΄αδικούμενον ανταδικείν»). Την περιφρόνηση του πλούτου ο Αθηναίος κωμωδοποιός του 4ου αι. π.Χ. Μένανδρος («ανήρ δίκαιος πλούτον ουκ έχει»). Το «αγάπα τον πλησίον σου» ο Θαλής ο Μιλήσιος (6ος αι. π.Χ)… Επιφανείς άνθρωποι είχαν ήδη διδάξει τις αρετές και τις ηθικές αξίες και δεν διατυπώθηκαν αυτές πρώτη φορά τον 1ο αι. μ.Χ.

-Ο Σωκράτης δεν κατέγραψε τη διδασκαλία του, όμως υπήρξε ιστορικό πρόσωπο. Ο Ιησούς δεν ήθελε να ιδρύσει θρησκεία. Ήταν πιστός στο Μωσαϊκό νόμο, λάτρευε το θεό στο Ναό και σύχναζε στις συναγωγές. Το μόνο που ήθελε ήταν να μετατοπίσει την προσοχή των συμπατριωτών του από το γράμμα του νόμου, δηλ. την τυπική εκτέλεση των εντολών στην ουσία, την αγάπη στο συνάνθρωπο. Την εποχή του, στην εξελληνισμένη ρωμαϊκή αυτοκρατορία πολλοί σοφοί νοσταλγούσαν έναν καλύτερο κόσμο.  Παράδειγμα ο Σενέκας (4 π.Χ. – 65 μ.Χ.)  που έλεγε ότι «ο άνθρωπος είναι ιερός για τον άνθρωπο» ή «γίνε τέτοιος που να μην τολμάς να σφάλεις μπροστά στον εαυτό σου» και τα έργα του έχουν θέματα σχετικά με την αρετή, τη φιλανθρωπία, την επιείκεια και την ηθική. Μεταξύ αυτών των σοφών συγκαταλέγεται και ο  Ιησούς.

-Για τον Ιησού δεν υπάρχουν οι διασταυρωμένες ιστορικές μαρτυρίες που υπάρχουν για το Σωκράτη, από διαφορετικές πηγές. Τα στοιχεία των ευαγγελίων είναι παραπλανητικά. Δεν ξέρουμε, αν ο Χριστός γεννήθηκε προ Χριστού ή μετά Χριστόν, ούτε ποια χρονιά πέθανε. Το κήρυγμά του είναι αντιφατικό, π.χ. λέει ότι δεν θέλει να καταργήσει ούτε ένα γράμμα από το μωσαϊκό νόμο, ενώ καταργεί τον όρκο, το οφθαλμόν αντί οφθαλμού και την τυπολατρική αργία του Σαββάτου και εισάγει την αγάπη προς τους εχθρούς. Μακαρίζει τους πεινασμένους, τους διψασμένους και τους φτωχούς, αλλά σε άλλο σημείο φαίνεται να εννοεί ως  πείνα και δίψα τη λαχτάρα για δικαιοσύνη και αξιομακάριστη την πνευματική φτώχεια (πτωχοί τω πνεύματι= ανόητοι). Κατακρίνει τη χρήση ξίφους, αλλά ζητά να προμηθευτούν μαχαίρια οι μαθητές του. Έλεγε ότι απεστάλη μόνο στα πρόβατα του οίκου Ισραήλ, αλλά δίνει εντολή «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη»… Πίσω από αυτές τις αντιφάσεις κρύβονται οι διαφορετικές απόψεις των εκάστοτε αρχηγών του κινήματος.

-Ο Ιησούς Χριστός έζησε στην Παλαιστίνη γύρω στο 30 μ.Χ. Ο Παύλος αναφέρει ότι γνώρισε τον αδελφό του, τον Ιάκωβο, 1ο επίσκοπο Ιεροσολύμων. Ο Ιάκωβος και ο Πέτρος δεν συμφωνούσαν με τον Παύλο στην ερμηνεία του κηρύγματος του Ιησού. Ο Παύλος έδινε τη δική του εκδοχή, που ήταν κατάλληλη για προσηλυτισμό των εθνικών και καταργούσε την περιτομή και τη διάκριση των τροφών σε καθαρές και ακάθαρτες. Ο Πέτρος εκπροσωπούσε την μερίδα των οπαδών του Ιησού που παρέμεναν προσκολλημένοι στο μωσαϊκό νόμο. Αυτό συμβαίνει γύρω από κάθε αρχηγό, εμφανίζονται διάδοχοι  που ερμηνεύουν με το δικό τους τρόπο τις απόψεις του.

-Δεν έχουν βρεθεί  αυθεντικά αρχαιολογικά στοιχεία για τον Ιησού από την εποχή που υποτίθεται ότι έζησε (4 π.Χ -33μ.Χ.). Η «αγία σινδόνη» του Τορίνο κατασκευάστηκε την περίοδο 1290-1390. Το «άγιο μανδήλιο», η «αγία ζώνη», η επιγραφή και τα καρφιά του σταυρού κι άλλα τέτοια «ιερά» αντικείμενα επινοήθηκαν για κερδοσκοπικούς λόγους. Η εύρεση του σταυρού από την  αγία Ελένη (326) ήταν μύθος, αφού δεν γνώριζε το γεγονός ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος (344-407) που υποστηρίζει ότι ο σταυρός του Ιησού αναλήφθηκε στον ουρανό και θα ξαναφανεί τη Δευτέρα Παρουσία («Ουκ αφήκεν αυτόν (τον σταυρόν) είναι επί της γης, αλλά ανέσπασεν αυτόν και εις τον ουρανόν ανήγαγεν. Πόθεν τούτο δήλον; Επειδή μετ’ αυτού μέλλει έρχεσθαι εν τη δευτέρα και ενδόξω αυτού παρουσία», Ιω. Χρυσοστόμου, ομιλία «εις τον Σταυρόν και εις τον ληστήν» PG τόμ. 49, Α΄, δ 404 και Β΄ ομιλία, στ. 413).

-Ιστορικά στοιχεία δεν έχουμε ούτε για το Βούδα, το Ζωροάστρη ή τον Όμηρο, όμως δεχόμαστε την ιστορική τους ύπαρξη. Την ιστορική ύπαρξη του Χριστού δέχονταν οι πολέμιοί του Κέλσος και Πορφύριος, ενώ οι σιβυλλικοί χρησμοί προφήτευσαν την έλευσή του. Επίσης κείμενα όπως οι «Πράξεις του Πιλάτου», η «Επιστολή του Πόπλιου Λέντουλου», η «επιστολή του Χριστού», που συνοδευόταν από το «άγιο Μανδήλιο» μαρτυρούν για την ύπαρξη και τη δράση του Ιησού.
-Ο Κέλσος το 2ο αιώνα μ.Χ.  (Αληθής Λόγος) και ο Πορφύριος στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. (Κατά Χριστιανών), έγραψαν αιώνες μετά το Χριστό και δέχονται πως υπήρξε,  για να πολεμήσουν τη διδασκαλία του.  Οι δήθεν σιβυλλικοί χρησμοί είναι κατασκευάσματα του 4ου αιώνα μ.Χ. της αυλής του Κων/νου. Επίσης πλαστογραφία είναι οι «Πράξεις του Πιλάτου», που τον εμφανίζουν να απευθύνεται στον αυτοκράτορα Κλαύδιο (41-54) αντί για τον Τιβέριο της εποχής του Ιησού. Πλαστή είναι και η επιστολή του Ιησού στο βασιλιά Άβγαρο της Έδεσσας στη Μεσοποταμία (Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησ. Ιστορία, Α΄, ΙΓ΄), που τον καλούσε να τον θεραπεύσει και να μείνει κοντά του. Η εκκλησιαστική παράδοση προσθέτει ότι ο Ιησούς έδωσε στον απεσταλμένο του Άβγαρου ένα μαντήλι στο οποίο σκουπίστηκε και αποτύπωσε το πρόσωπό του κι αυτό μεταφέρθηκε τον 6ο αιώνα στην Κωνσταντινούπολη. Με τέτοια ψέματα η θρησκεία πλαστογραφεί την ιστορία,  που γράφεται από τους νικητές έτσι όπως τους εξυπηρετεί.
                                       

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα