Κυριακή 13 Μαΐου 2018

Περί θείας πρόνοιας, θαυμάτων και εικόνων


Περί θείας πρόνοιας: Ο Χριστός  προτρέπει να μη μεριμνάμε για το τι θα φάμε, τι θα πιούμε και με τι θα ντυθούμε, γιατί ο θεός φροντίζει  σαν πατέρας να μη μας λείψει τίποτε, όπως φροντίζει για «τα πετεινά του ουρανού και τα κρίνα του αγρού». Πολύ ρομαντικό  σαν ιδέα, όμως ανεδαφικό και επιζήμιο στην εφαρμογή. Η λαϊκή σοφία συμβουλεύει τα αντίθετα (των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν…) και η καθημερινή ζωή αποδεικνύει ότι χωρίς μέριμνα  θα βρεθείς απροετοίμαστος στις δύσκολες καταστάσεις. Μπορεί η φύση να μας παρέχει τα αγαθά της, αλλά «συν Αθηνά και χείρα κίνει". Αν περιμένεις τα αγαθά να έρθουν ουρανοκατέβατα και δεν έχεις την τύχη να είσαι κληρονόμος περιουσίας ή δε διαθέτεις ιδιαίτερα προσόντα, γρήγορα θα βρεθείς στο δρόμο να ζητιανεύεις. Υποτίθεται ότι η θεία πρόνοια φροντίζει τα πλάσματα της γης, όμως διαπιστώνουμε συχνά την παντελή απουσία της. Σε πολέμους, λεηλασίες, αδικίες, αρπαγές και πλήθος συμφορές που  κάνουν τη ζωή κόλαση, καμιά θεία πρόνοια δεν προλαβαίνει το κακό και δεν σώζει τα θύματα. Μόνη ελπίδα και παρηγοριά είναι η κοινωνική πρόνοια και η ανθρωπιστική δράση κάποιων ευαίσθητων ανθρώπων.  Περί θαυμάτων: Τα θαύματα εντάσσονται στα βασικά επιχειρήματα, που επικαλούνται οι πιστοί όλων των θρησκειών, για ν’ αποδείξουν ότι η δική τους πίστη είναι η μόνη αληθινή. Κι επειδή ιστορίες θαυμάτων και αφιερώματα ανθρώπων που θεραπεύονται έχουν να επιδείξουν όλες οι θρησκείες, οι πιστοί αντί να προβληματιστούν, θεωρούν θεϊκά τα θαύματα της δικής τους θρησκείας, ενώ των άλλων τα αποδίδουν στο σατανά. Η παραγωγή θαυμάτων, που θαμπώνουν τα μάτια και αποπροσανατολίζουν το νου, γίνεται αποδεκτή με ιερό ενθουσιασμό από τα πλήθη, που είναι πρόθυμα να εξαπατηθούν. Στη ζωή μας το καθετί μπορεί να εκληφθεί ως θαύμα και μάλιστα η δυνατότητα του οργανισμού να αμύνεται στους εισβολείς-ιούς και να τους νικά. Η έλλειψη γνώσης καθιστά το θαύμα ανεξήγητο. Αιτίες όπως αυθυποβολή, επιληψία κροταφικού λοβού, εξάντληση από τη νηστεία κ.λπ. αρκούν για να δημιουργήσουν παραισθήσεις και ψευδαισθήσεις, που εκλαμβάνονται ως θεϊκές αποκαλύψεις. Η αλήθεια δε χρειάζεται θαύματα για να γίνει πιστευτή, παρά μόνο έρευνα και αποδείξεις.  Ο χριστιανισμός βασίζεται σε θαύματα,  που παραβιάζουν τους φυσικούς νόμους.  Η αχαλίνωτη θαυματολογία των ιερών κειμένων  δικαιώνει την ομολογία του Παύλου ότι το χριστιανικό κήρυγμα είναι «μωρία» (Α΄ Κορινθ. 21) που απευθύνεται στα «μωρά του κόσμου», τους αφελείς και εύπιστους. Μερικοί άνθρωποι είναι τόσο απελπισμένοι που ηθελημένα εξαπατώνται, προσπαθώντας να κρατηθούν από κάποιο θαύμα.  Τα θαύματα είναι χρυσωρυχείο για την εκκλησία. Όταν όμως οι κήρυκες των θαυμάτων αρρωστήσουν, καταφεύγουν στους γιατρούς κι όταν αδικηθούν, καταφεύγουν στα δικαστήρια, φανερώνοντας ότι δεν εμπιστεύονται την υγεία και τις υποθέσεις τους στα ξόρκια, τις μαγικές επικλήσεις, τα λείψανα, τα φυλαχτά, τους αγιασμούς, τα λάδια, τις εικόνες, τα τάματα και τα προσκυνήματα. Αυτό ακυρώνει την πίστη τους, γιατί ο Χριστός βεβαίωνε ότι όποιος έχει πίστη,  μικρή, όσο ένας σπόρος σιναπιού, μπορεί να μετακινεί βουνά και να τα ρίχνει στη θάλασσα και να μην παθαίνει κακό, ακόμη κι όταν πιεί θανατηφόρο δηλητήριο. Αφού λοιπόν δεν μπορούν να αποδείξουν ότι διαθέτουν ένα κόκκο πίστης, κακώς έχουν περιβληθεί με εκκλησιαστικά αξιώματα και έχουν την αξίωση να ποιμαίνουν και να διδάσκουν.  Περί εικόνων: Οι χριστιανικές εικόνες καλύπτουν το κενό που προκάλεσε η  καταστροφή των ειδωλολατρικών εικόνων και αγαλμάτων από τις ορδές των νεοφωτίστων. Η ισλαμική θρησκεία, πιστή στο μωσαϊκό νόμο, απαγορεύει την απεικόνιση θρησκευτικών προσώπων ως ειδωλολατρική. Ο θαυμασμός για την ελληνική εικαστική τέχνη δεν άφησε να γίνει το ίδιο στη χριστιανική ζωγραφική, που ξεκίνησε με συμβολικές απεικονίσεις του Χριστού ως  Ορφέα που μαγεύει τα θηρία με το τραγούδι του ή φωτοφόρου Απόλλωνα και Ηρακλή. Στη βυζαντινή αυτοκρατορία η αγιογραφία γνώρισε ακμή που συνοδεύτηκε από λαϊκή δεισιδαιμονία σχετικά με τη θαυματουργική δύναμη των εικόνων. Αυτή τη δεισιδαιμονία που έφτανε στα όρια του παραλογισμού (έξυναν οι πιστοί το χρώμα της εικόνας και το κατάπιναν για να θεραπευτούν), μάταια θέλησαν να καταπολεμήσουν οι «εικονομάχοι». Οι δεισιδαιμονίες και οι προλήψεις ακόμη και τώρα που οι επιστήμες κάνουν άλματα, ζουν και βασιλεύουν. Έτσι διαδίδονται συχνά προκαλώντας ουρές προσκυνητών οι φήμες για θαυματουργές εικόνες που δακρύζουν, ματώνουν,  εμφανίζονται από το πουθενά (αχειροποίητες) ή αποκαλύπτονται μετά από όνειρα ευσεβών. 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα