Περί θεοπνευστίας των Γραφών, ελεύθερης βούλησης και ηθικής
Περί θεοπνευστίας
«Πάσα γραφή θεόπνευστος…» λένε οι θεολόγοι για τα δυσνόητα ιερά κείμενα, που εύκολα παρερμηνεύονται και είναι γεμάτα λάθη και αντιφάσεις, αλλά θεωρούνται «λόγος του θεού». Αν υπήρχε
θεός και ήθελε να μάθουν οι άνθρωποι τα σχέδια και το θέλημά του, θα
εύρισκε αξιόπιστο τρόπο για να τα γνωστοποιήσει. Η φύση είναι αληθινό ιερό βιβλίο που περιέχει τον θεϊκό νόμο και είναι πάντα ανοιχτό μπροστά μας, σε γλώσσα κατανοητή από κάθε λογικό άνθρωπο. Τα θρησκευτικά ιερά βιβλία είναι αντιφατικά, π.χ. ο Πέτρος και ο Παύλος φιλονικούσαν για το αν πρέπει οι εθνικοί
να περιτέμνονται και να εφαρμόζουν
το μωσαϊκό νόμο. Ο Ωριγένης πίστευε στη μετενσάρκωση. Ο Γρηγόριος Νύσσης
στην τελική αποκατάσταση των αμαρτωλών. Τα ευαγγέλια μιλούν για αγάπη, αλλά οι αποφάσεις των ιερών συνόδων είναι γεμάτες από κατάρες και αναθέματα. Σήμερα οι ξεπερασμένοι κανόνες των συνόδων μουχλιάζουν από
αχρηστία, κάποτε όμως η
παρέκκλιση από αυτούς συνεπαγόταν δήμευση περιουσίας, εξορία, βασανισμό και
θάνατο. Μήπως το άγιο πνεύμα προσαρμόζεται στις συνθήκες κάθε εποχής; Αν το άγιο πνεύμα, σύμφωνα με τον Παύλο, μεταδίδει αγάπη, ειρήνη, χαρά, πίστη, μακροθυμία,
πραότητα..., γιατί στην εκκλησιαστική ζωή πλεονάζουν τα μίση, οι έριδες, τα σκάνδαλα και η υποκρισία; Αν τα ευαγγέλια καταδικάζουν τον πλούτο και τον εγωισμό, γιατί οι
ανώτεροι κληρικοί είναι γεμάτοι εωσφορική αλαζονεία και κάνουν επίδειξη
πλούτου, ενώ θεωρούνται φορείς και πάροχοι του αγίου
πνεύματος; Υπάρχουν δόγματα που δεν μπορούν ν’ αποδειχθούν, π.χ. της ανάστασης
των νεκρών. Το δόγμα όμως της επιφοίτησης του αγίου πνεύματος μπορεί ν’ αποδειχθεί,
αφού ο Παύλος απαριθμεί τις αρετές που φανερώνουν ποιοι άνδρες είναι
πνευματοφόροι. Επομένως από την Εκκλησία απουσιάζει το άγιο πνεύμα.
Πόσο ελεύθερη βούληση έχουμε;
Βούληση, δηλ. θέληση, είναι μια εσωτερική δύναμη, που μας ωθεί ν’ αποφασίζουμε και να πραγματοποιούμε τις αποφάσεις μας. Όμως πολλές αποφάσεις δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν, π.χ. όσο κι αν βούλεσαι ν’ αλλάξεις τον κόσμο, ώστε να επικρατήσει παντού ειρήνη και αγάπη, δεν μπορείς να το κατορθώσεις. Άνθρωποι με ισχυρή βούληση κι ευγενικά οράματα μάταια προσπάθησαν να διορθώσουν τα κακώς κείμενα. Πέρασαν από τον πλανήτη μας σαν φωτεινά μετέωρα, μα η κατάσταση δεν άλλαξε. Το κακό επικρατεί και αντί για συναδέλφωση των λαών μαίνονται οι πόλεμοι, οι θρησκευτικές αδιαλλαξίες, η απληστία των ισχυρών, που σπέρνουν με τα όπλα και τα χημικά τους τον όλεθρο, για να καρπωθούν οικονομικά και γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα. Κι εμείς, που στεκόμαστε στο περιθώριο με μια βούληση αλυσοδεμένη από χίλια-μύρια εμπόδια, παρακολουθούμε το κακό να εξελίσσεται, ανήμποροι να παρέμβουμε και να το σταματήσουμε. Κι ακούς έπειτα τους θεολόγους να φλυαρούν για πρόνοια και αγάπη του θεού και ελευθερία της βούλησης που τάχα μας δώρισε. «Δώρον άδωρον», αφού δεν έχει νόημα. Όταν κτηνώδεις άνθρωποι σκοτώνουν για λίγα χρήματα, όταν καταπατούν την ελευθερία και τα δικαιώματά σου, όταν σου παίρνουν την μπουκιά από το στόμα για να ζουν αυτοί πριγκηπικά με τα κλεμμένα κι όταν απειλούν το μέλλον των παιδιών σου, πνίγοντας στη βία και στο αίμα κάθε αντίδραση, πόσο ελεύθερη βούληση έχεις; Όσο ελεύθερη βούληση έχει ένα αγρίμι, που χτυπιέται και σπαράζει φυλακισμένο στο κλουβί του.-
Πόσο ελεύθερη βούληση έχουμε;
Βούληση, δηλ. θέληση, είναι μια εσωτερική δύναμη, που μας ωθεί ν’ αποφασίζουμε και να πραγματοποιούμε τις αποφάσεις μας. Όμως πολλές αποφάσεις δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν, π.χ. όσο κι αν βούλεσαι ν’ αλλάξεις τον κόσμο, ώστε να επικρατήσει παντού ειρήνη και αγάπη, δεν μπορείς να το κατορθώσεις. Άνθρωποι με ισχυρή βούληση κι ευγενικά οράματα μάταια προσπάθησαν να διορθώσουν τα κακώς κείμενα. Πέρασαν από τον πλανήτη μας σαν φωτεινά μετέωρα, μα η κατάσταση δεν άλλαξε. Το κακό επικρατεί και αντί για συναδέλφωση των λαών μαίνονται οι πόλεμοι, οι θρησκευτικές αδιαλλαξίες, η απληστία των ισχυρών, που σπέρνουν με τα όπλα και τα χημικά τους τον όλεθρο, για να καρπωθούν οικονομικά και γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα. Κι εμείς, που στεκόμαστε στο περιθώριο με μια βούληση αλυσοδεμένη από χίλια-μύρια εμπόδια, παρακολουθούμε το κακό να εξελίσσεται, ανήμποροι να παρέμβουμε και να το σταματήσουμε. Κι ακούς έπειτα τους θεολόγους να φλυαρούν για πρόνοια και αγάπη του θεού και ελευθερία της βούλησης που τάχα μας δώρισε. «Δώρον άδωρον», αφού δεν έχει νόημα. Όταν κτηνώδεις άνθρωποι σκοτώνουν για λίγα χρήματα, όταν καταπατούν την ελευθερία και τα δικαιώματά σου, όταν σου παίρνουν την μπουκιά από το στόμα για να ζουν αυτοί πριγκηπικά με τα κλεμμένα κι όταν απειλούν το μέλλον των παιδιών σου, πνίγοντας στη βία και στο αίμα κάθε αντίδραση, πόσο ελεύθερη βούληση έχεις; Όσο ελεύθερη βούληση έχει ένα αγρίμι, που χτυπιέται και σπαράζει φυλακισμένο στο κλουβί του.-
Περί ηθικής: Οι θρησκευόμενοι
επιμένουν ότι η θρησκεία κάνει τους ανθρώπους πιο ηθικούς και καλούς.
Προτρέπουν μάλιστα σε ανάγνωση της Βίβλου για ηθική βελτίωση. Όμως η διδασκαλία
της Βίβλου είναι ηθικά τρωτή. Οδήγησε την ανθρωπότητα σε λάθη που κόστισαν ακριβά. Δεν έδωσε ορθές οδηγίες για ειρηνική
και ασφαλή ζωή στον επικίνδυνο κόσμο μας. Δεν ασχολήθηκε με την αντιμετώπιση υπαρκτών κινδύνων και καθημερινών προβλημάτων. Δημιούργησε φανταστικά
τέρατα και ανύπαρκτες απειλές για να τρομοκρατεί και να χειρίζεται τους
ανθρώπους Οι εντολές της είναι ανθρώπινα κατασκευάσματα, που υποδαυλίζουν το
μίσος και τη διαίρεση. Ό,τι σωστό έμαθε η ανθρωπότητα, το διδάχτηκε από την
πείρα της με αντίτιμο ιδρώτα και αίμα. Τα δόγματα κατασκεύασαν φιλόδοξοι
άνθρωποι για δικό τους όφελος και τα επέβαλαν με χρήση σωματικής και
ψυχολογικής βίας. Γενικό συμπέρασμα: «Με ή χωρίς θρησκεία οι καλοί φέρονται καλά και οι κακοί άσχημα»
(Στ. Γουάινμπεργκ, Τα πρώτα τρία λεπτά). Το πολυσύνθετο σύστημα ηθικών
αρχών που έχουν οι θρησκείες οφείλεται στην πολυπλοκότητα της ανθρώπινης
σκέψης. Η ηθική είναι ανθρώπινη επινόηση που
διασφαλίζει την τάξη και τη συνοχή μιας κοινωνίας, όταν δεν παραβιάζει
τη λογική. Οι παράλογοι θρησκευτικοί κανόνες και η βίαια επιβολή τους έχουν
καταστροφικές συνέπειες. Π.χ. δεν θα γίνονταν απελευθερωτικοί αγώνες, αν οι
υπόδουλοι χριστιανοί τηρούσαν την εντολή του Ιησού αγάπα
τον εχθρό σου και γύρνα το μάγουλο να φας κι άλλο χαστούκι. [«αγαπάτε τους εχθρούς υμών…τω τύπτοντί σε επί την σιαγόνα
πάρεχε και την άλλην και από του
αίροντός σου το ιμάτιον και τον χιτώνα μη κωλύσης» (Λουκά στ΄2-37), «μη αντιστήναι τω πονηρώ» (Ματθ., ε΄39-45).]
Ποιος πιστός θα έμενε ζωντανός ή αρτιμελής, αν
εφάρμοζε την ευαγγελική προτροπή: όποιος
σκανδαλίζει τους άλλους να κρεμάσει στο λαιμό του μυλόπετρα και να πέσει στη θάλασσα
…Κι αν τον σκανδαλίζει το χέρι του ή το
πόδι του να το κόψει κι αν τον σκανδαλίζει το μάτι του, να το βγάλει, για να
μην πάει στην κόλαση (Μαρκ. Θ΄42-49), γιατί όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του θα
τη χάσει (Μαρκ., η΄35); Η χριστιανική ηθική είναι ελαστική, γεμάτη
αντιφάσεις και υποκρισία. Κάθε χριστιανός σαν χαμαιλέοντας προσαρμόζεται στις
περιστάσεις ανάλογα με τα συμφέροντά του. Τα ιερά κείμενα του δίνουν προσχήματα, για να δικαιολογεί τις εκτροπές
του, για τις οποίες υπάρχει σε τελική φάση η εξομολόγηση και η άφεση αμαρτιών.
Πιστεύουν ότι οι αμαρτίες σβήνονται με δωρεές και με την προώθηση
των εκκλησιαστικών συμφερόντων, όπως στην περίπτωση του αυτοκράτορα
Κωνσταντίνου, που αγιοποιήθηκε παρά τις ειδεχθείς δολοφονίες εναντίον συγγενών του. Στο
χριστιανισμό είναι προτιμότερος ο πιστός ληστής παρά ο ενάρετος αιρετικός.
Η πλειοψηφία των πιστών αγνοεί τα ιερά κείμενα και βασίζεται
σε κηρύγματα που ικανοποιούν το κοινό περί ηθικής αίσθημα. Γι αυτό αρνούνται να πιστέψουν ότι ο Ιησούς δίδαξε τη διάλυση της οικογένειας και το
μίσος μεταξύ των μελών της (Ματθ. ι΄35-37), επαινούσε τη βλακεία (Ματθ. ε΄3), έλεγε
ότι ήρθε να φέρει πόλεμο και όχι ειρήνη (Ματθ. ι΄34), συνιστούσε ακρωτηριασμούς
και αυτοκτονία προς αποφυγή της κόλασης (Ματθ. ε΄29-30), παρακινούσε σε
απάθεια και αδράνεια μπροστά στην αδικία (Λουκά στ΄29 - Ματθ. ε΄39),
επιδοκίμαζε την απατεωνιά και την κατάχρηση ξένης περιουσίας, συμβούλευε
«ποιήσατε εαυτοίς φίλους εκ του μαμωνά
της αδικίας…» (Λουκά ιστ΄1-9) και ήταν υπέρ της τακτικής δίνω σ’ αυτόν που έχει και παίρνω από αυτόν
που δεν έχει (Μαρκ. δ΄25, Ματθ. ιγ΄12). Καταδίκαζε το γέλιο (Λουκά στ΄25),
τον κόσμο, τη ζωή, την απλή επιθυμία, τη φροντίδα για το σώμα. Αυτή η ηθική
αποδείχθηκε ανεφάρμοστη, γι αυτό και ο ίδιος δεν την εφάρμοσε. Για παράδειγμα, αν και καταδίκαζε την κατάκριση, την οργή και
τις προσβλητικές λέξεις, όπως «μωρέ», οργιζόταν κι έβριζε (Ματθ. ιβ΄34).
Στη χριστιανική ηθική ο σκοπός αγιάζει τα μέσα και κάτι που θεωρείται κακό
επιδοκιμάζεται, αν ωφελεί την Εκκλησία. Ο Ηθικός νόμος που υπαγορεύει να κάνουμε το καλό
και να αποφεύγουμε το κακό, σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες ποιητές και
φιλοσόφους, είναι έμφυτος και πανανθρώπινος. Οι ήρωες της «Οδύσσειας»
του Ομήρου διακρίνονται για την ευγένεια και την ηθική τους ακόμα και όταν
είναι απλοί άνθρωποι του λαού, όπως ο χοιροβοσκός Εύμαιος και η υπηρέτρια
Ευρύκλεια. Αγαπούν την πατρίδα και την οικογένεια, σέβονται τους
μεγαλύτερους, είναι εργατικοί, φιλόξενοι, τίμιοι και σοφοί. Ο Ησίοδος στο
ποίημά του «Έργα και Ημέραι» συμβουλεύει τον αδελφό του Πέρση να μην
είναι άσωτος, άδικος, βίαιος, ψεύτης και άπληστος, αλλά προνοητικός, εργατικός,
τίμιος και εγκρατής και να προτιμά το δύσκολο δρόμο της αρετής. Ο Παυσανίας,
Έλληνας περιηγητής του 2ου αι. μ.Χ., θαυμάζει την ευσέβεια του ήρωα
Αινεία, που φεύγοντας από την κατακτημένη πατρίδα του Τροία, πήρε μαζί του τα
είδωλα των θεών του και το γέρο πατέρα του, γιατί αυτά θεώρησε ως τα
πολυτιμότερα πράγματα που είχε (Παυσανίας 10,26,1). Η αρχαία ελληνική
λογοτεχνία είναι γεμάτη ηθικές προσταγές όπως: «Τοιούτος γίγνου περί τους
γονείς, οίους αν εύξεο περί σαυτόν γενέσθαι τους σαυτού παίδας», (Ισοκράτης
Α΄14), δηλ. να συμπεριφέρεσαι στους γονείς σου, όπως θέλεις να σου φέρονται τα
παιδιά σου. Και το κορυφαίο ρητό του Σωκράτη: «Ουδαμώς άρα δει αδικείν… Ουδέ
αδικούμενον ανταδικείν… ούτε κακώς ποιείν ουδένα ανθρώπων, ουδ’ αν οτιούν
πάσχη υπ’ αυτών…» (Πλάτωνος «Κρίτων», Χ), δηλ. δεν πρέπει αδικείς, ούτε ν' ανταποδίδεις το
κακό, ούτε να κάνεις κακό σε κανένα, ο,τιδήποτε κι αν σου κάνουν.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα