Δευτέρα 21 Μαΐου 2018

Δουλειά και δουλεία


 Η οικονομική κρίση έφερε τους Έλληνες στο στόχαστρο  υποκριτών ηθικολόγων. Μεταξύ άλλων προσβολών ήταν ο χαρακτηρισμός «τεμπέληδες», που ξεστόμισαν άτομα με έλλειψη αυτοκριτικής, αλαζόνες φαρισαίοι που καλοπερνούν εις βάρος άλλων. Οι ρατσιστές για να πλήξουν ένα λαό γενικεύουν μεμονωμένες περιπτώσεις, που  δεν λείπουν από καμιά κοινωνία παγκοσμίως.  Η στενόμυαλη προτεσταντική αντίληψη για τη δουλειά ως πρωταρχικού ηθικού καθήκοντος θεμελιώθηκε πάνω στη βιβλική κατάρα με τον ιδρώτα του προσώπου σου θα φας το ψωμί σου (Γένεση, Γ΄, 19) και στη φράση του Παύλου «όστις ου θέλει εργάζεσθαι, μηδέ εσθιέτω». Πιστεύουν ότι είναι αμαρτία να μένουν «αργοί», αν και οι πνευματικοί τους ηγέτες εκτός ελάχιστων μιμούνται τους κηφήνες που τρώνε το μέλι των εργατριών. Η κοινωνία δίνει αξία στα μέλη της ανάλογα με το επάγγελμα, την περιουσία και το σόι καθενός. Σέβεται αυτούς που ασκούν καταξιωμένα και προσοδοφόρα επαγγέλματα  και σνομπάρει εκείνους που αναγκάζονται να γίνουν σκουπιδιάρηδες, νεκροθάφτες, οδοκαθαριστές, οικιακοί βοηθοί ... κι ας κάνει τάχα ότι αναγνωρίζει τη χρησιμότητά τους. Διαχρονικό πρότυπο είναι ο δουλευταράς οικογενειάρχης, που ζει για να αυξάνει την περιουσία που θα αφήσει στους κληρονόμους του και η εργαζόμενη γυναίκα που δεν αμελεί τα καθήκοντα της νοικοκυράς. Ο άνθρωπος που δεν ζει για να δουλεύει, αλλά δουλεύει για να ζει, να απολαμβάνει ελεύθερο χρόνο και να τον αξιοποιεί κατά βούληση, προκαλεί φθόνο και κακεντρεχή σχόλια, αν δεν ανήκει στην υψηλή κοινωνία, που θεωρεί την εργατικότητα καθήκον των κατώτερων τάξεων. Μόνο σε καλλιεργημένο περιβάλλον που σέβεται τα ίσα δικαιώματα γίνεται αντιληπτή η αξία του ελεύθερου χρόνου και της ανάγκης να μην καταντά η δουλειά δουλεία αταίριαστη σε ελεύθερους και σκεπτόμενους ανθρώπους με απαιτήσεις από τη ζωή.  Ο Κινηματογράφος και η Τηλεόραση έφεραν νέα πρότυπα κλονίζοντας τα καθιερωμένα. Τυχοδιώκτες, απατεώνες, αργόσχολοι, πλούσιοι κληρονόμοι, σπάταλες επιδειξιομανείς γυναίκες, άτομα που δεν έχουν ιδέα από το αγχώδες και ρουτινιάρικο πρόγραμμα του εργαζόμενου για τον επιούσιο, αλλά περνούν τη ζωή τους διασκεδάζοντας, ταξιδεύοντας και ικανοποιώντας κάθε τους επιθυμία, προβάλλουν έναν τρόπο ζωής που για να γίνει αληθινός πρέπει να υπάρχει άφθονο χρήμα και ελεύθερος χρόνος. Τα ινδάλματα της οθόνης λίγοι μπορούν να μιμηθούν στην κανονική ζωή και να καλύψουν υπέρογκα έξοδα που απαιτούνται για κοινωνική προβολή, ψυχαγωγία και επίδειξη. Ο εργαζόμενος πλήρες ωράριο, άντρας και γυναίκα, για να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του τρέχει να προφτάσει τον πολύτιμο χρόνο, που φεύγει σαν δρομέας ανεπιστρεπτί. Και πρέπει να αισθάνεται κι από πάνω ευχαριστημένος που δεν είναι άνεργος κι ας μην έχει καιρό ν’ ασχοληθεί με τον εαυτό του ή την προέκταση του εαυτού του, τα παιδιά του. Ανάμεσα, όμως,  στο πρότυπο του σκληρά εργαζόμενου και του «κηφήνα» υπάρχει το είδος του τυχερού ανθρώπου, ο οποίος ασχολείται με κάτι που του αρέσει και συγχρόνως του αποφέρει κέρδος. Η γνώση και η πείρα είναι  πολύτιμοι βοηθοί, αλλά η καλή τύχη αποφασιστικός παράγοντας για μια ευτυχισμένη καριέρα. Η ματαιότητα του μόχθου υπογραμμίζεται από τον ψαλμωδό που λέει  ότι άλλοι  ξυπνούν χαράματα και κοπιάζουν για να φάνε «πικρό» ψωμί, τη στιγμή που άλλοι απολαμβάνουν τον ύπνο, επειδή ο θεός τους αγαπά μεροληπτικά: «εις μάτην υμίν εστίν το ορθρίζειν, εγείρεσθαι μετά το καθήσθαι, οι εσθίοντες άρτον οδύνης, όταν δω  τοις αγαπητοίς αυτού ύπνον» (Ψαλμός 126, 2). Ο Σολομών, ξαπλωμένος αναπαυτικά στα πολυτελή στρώματά του, διαπίστωνε ότι "ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης." Τι κέρδος έχει ο άνθρωπος από όλον αυτόν το μόχθο που μοχθεί  κάτω από τον ήλιο; … κοίταξα όλα τα έργα που έκαναν τα χέρια μου με  μόχθο (δεν κυριολεκτεί, εφόσον άλλοι δούλευαν για χάρη του) και ιδού τα πάντα ματαιότης … και μίσησα όλον τον μόχθο που κοπιάζω κάτω από τον ήλιο, επειδή θα τον αφήσω στον άνθρωπο που θα με διαδεχθεί και ποιος ξέρει αν θα είναι σοφός ή άφρων;» (Εκκλησιαστής, Α΄2-3, Β΄11, 18,19). Δεν είναι άστοχες αυτές οι σκέψεις, αν αναλογιστούμε τους πολέμους, τις καταστροφές, τις ληστρικές επιδρομές ή τους ανόητους κληρονόμους που σε μια στιγμή αφανίζουν τους κόπους μιας ζωής. Ο μεροκαματιάρης βλέπει το μόχθο του να αποβαίνει μάταιος, τη στιγμή που άλλοι καλοπερνούν με το προϊόν ξένου μόχθου. Ο ταπεινόφρων πιστός δικαιολογεί αυτή την αδικία  με το στρεβλό συμπέρασμα ότι τιμωρείται ως  αμαρτωλός ή δοκιμάζεται για να επιβραβευθεί μετά θάνατον. Το χριστιανικό πρότυπο κοινωνίας ονομάζεται στην υμνογραφία «ουράνιον πολίτευμα». Ο Παύλος γράφει: «ημών το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει» (Φιλιππησίους γ΄20). «Ουκ έχωμεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν» (Εβραίους ιγ΄ 14). Η πολιτεία του θεού,  Civitas Dei, είναι τόπος «αιωνίου αναπαύσεως», «όπου πάντες οι δίκαιοι αναπαύονται». Το καθισιό και η απόλαυση είναι ο παράδεισος του οκνηρού, όμως ένα δραστήριο άτομο πλήττει θανάσιμα χωρίς κάποια δημιουργική απασχόληση. Αν αυτό ισχύει στην επίγεια ζωή, το ίδιο άτομο δεν θ’ αλλάξει χαρακτήρα σε οποιαδήποτε διάσταση και αν διακτινισθεί. Και ο ίδιος ο θεός  δεν άντεξε την αιώνια απραξία και για έξι μέρες το έριξε –ως μη ώφειλε- στη δουλειά με τα γνωστά δυσάρεστα αποτελέσματα. Όταν διορθώσει και την τελευταία συνέπεια των έργων του, θα συνάξει τους εκλεκτούς του στο υπερουράνιο βασίλειό του για ένα ατελεύτητο φαγοπότι («ίνα εσθίητε και πίνητε επί της τραπέζης μου εν τη βασιλεία μου», Λουκά κβ΄30), μετά μουσικής από αγγελική χορωδία και θεαματικά σόου («όπου χοροί των αγίων, κύριε, και οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως φωστήρες»). Η πρωτοκαθεδρία στο δείπνο έχει ήδη προκαθοριστεί από τον Μέγα τελετάρχη («το δε καθίσαι εκ δεξιών μου και εξ ευωνύμων μου ουκ έστιν εμόν δούναι, αλλ’ οις ητοίμασται υπό του πατρός μου»,Ματθ.,κ΄23). Ανάπαυση, φαί, ποτό, γλέντι, τραγούδι και καθόλου δουλειά! Να το ιδεώδες της μέλλουσας χριστιανικής κοινωνίας.
Κάποιοι που μισούν τη δουλειά τους εκτονώνονται κακολογώντας εκείνους που έχοντας λύσει το πρόβλημα της επιβίωσης ασχολούνται με ό,τι τους ευχαριστεί. Ο φθόνος για την επιτυχία του άλλου γίνεται μομφή εναντίον της ηθικής του, που για να είναι άρτια προϋποθέτει εργατικότητα στο φουλ. Πολλοί καυχιούνται ότι είναι δουλευταράδες και απαξιώνουν αυτούς που έχοντας κοφτερό μυαλό, δεν χρειάζεται να κοπιάσουν πολύ. Η ευφυΐα είναι εργαλείο που απλοποιεί τη δύσκολη δουλειά και με λίγη προσπάθεια δίνει καλύτερα αποτελέσματα. Η θρησκευτική εντολή υπαγορεύει ως  ιερό καθήκον να ποτίζεται το ψωμί με ιδρώτα. Η σκληρή δουλειά δεν αγιάζει τον άνθρωπο απαραίτητα. Του στερεί χαρές της ζωής που απαιτούν ελεύθερο χρόνο και ξεκούραστο σώμα, π.χ. φιλικές συναναστροφές, κοινωνικές εκδηλώσεις, διάβασμα, ταξίδια … κ.λπ. Η εξαντλητική, μονότονη δουλειά προκαλεί άγχος, νευρικότητα, δυσφορία και δεν επιτρέπει να αφιερώσει κάποιος αρκετό χρόνο στον εαυτό του ή σε  πρόσωπα και πράγματα που αγαπά. Παράλληλα σε οδηγεί σαν μελλοθάνατο σκλάβο με το κεφάλι σκυφτό στο αναπόφευκτο τέρμα, αφαιρώντας σου την ευκαιρία να ανακαλύψεις τις ομορφιές του ταξιδιού της ζωής. Η αναγόρευση της καταπιεστικής εργασίας σε υπέρτατο καθήκον είναι φασιστική μέθοδος μιας ελίτ υποκριτών που θέλουν να μην έχεις αρκετό καιρό για σκέψη, ώστε να γίνεται εύκολη γι αυτούς η εκμετάλλευση του μόχθου σου. Πολλοί βρίσκουν στη δουλειά το νόημα της ζωής τους, όμως ακόμα πιο πολλοί δεν έχουν προνόμιο επιλογής και αναγκάζονται να κάνουν οτιδήποτε, άσχετο προς τα ενδιαφέροντα ή τις αντοχές τους, προκειμένου να καλύπτουν στοιχειώδεις ανάγκες. Υπάρχει μεγάλη ανισότητα στον τομέα εργασίας, όπου κάποιοι εξασφαλίζουν προνομιούχες θέσεις, επειδή «έχουν τα μέσα», ενώ άλλοι είναι καταδικασμένοι να δουλεύουν κάτω από ανυπόφορες συνθήκες. Οι κοινωνικές τάξεις εξακολουθούν να είναι δομημένες  σε σχήμα πυραμίδας. Όσο πιο κοντά στην κορυφή βρίσκεσαι, τόσο πιο πολύ απολαμβάνεις τα αγαθά χωρίς κόπο. Τα κατώτερα στρώματα είναι υποχρεωμένα να γυρνούν το μαγγανοπήγαδο με μόχθο και ιδρώτα. Βασιλιάδες, πρόεδροι, πρωθυπουργοί, βουλευτές, διευθυντές, ηγούμενοι, επίσκοποι… αραχτοί στην κορυφή, χωρίς να κοπιάζουν έχουν τα πάντα στη διάθεσή τους.  Οι φόροι των καταπιεζόμενων αυξάνουν τα επιδόματα και προνόμιά τους. Η καταπάτηση της δίκαιας κατανομής εργασίας και αγαθών και η ατιμώρητη εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, αποκαλύπτει την απουσία πρόνοιας και δικαιοσύνης θείας ή κρατικής. Μια ιδεώδης κοινωνία θα παρείχε στα μέλη της εργασία προσαρμοσμένη στα προσόντα και το χαρακτήρα τους και θα τους εξασφάλιζε απολαβές, ασφάλεια,  αξιοπρέπεια και άνεση … όνειρο, που,  δυστυχώς, μοιάζει αδύνατο να γίνει ποτέ πραγματικότητα.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα