Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2015

Φ. Ντοστογιέφσκι, «το Όνειρο ενός γελοίου ανθρώπου»


   Είχα την ευκαιρία να διαβάσω σε pdf (ex-amaxis.gr.) ένα παράξενο βιβλίο, γραμμένο το 1868 από τον κορυφαίο Ρώσο συγγραφέα Ντοστογιέφσκι (1821-1881). Ο ήρωας είναι ένας «Ρώσος προοδευτικός από την Πετρούπολη», «αφελής, έντιμος ανθρωπιστής» και οπαδός του ουτοπικού σοσιαλισμού -έτσι περιέγραψε ο Ντοστογιέφσκι τον εαυτό του, όταν δικαζόταν σε στρατοδικείο το 1849 για συνωμοσία- . Ο μήνας (Νοέμβρης), που ο ήρωας είδε το όνειρο που άλλαξε τη ζωή του, συμπίπτει με το μήνα γέννησης του συγγραφέα (11 Νοεμβρίου). Τον ήρωα του βιβλίου βασάνιζε η σκέψη ότι  είναι γελοίος. Όλα του φαίνονταν χωρίς νόημα και αποφάσισε να αυτοκτονήσει, όταν ένα φτωχό κοριτσάκι τον σταμάτησε στο δρόμο ζητώντας  βοήθεια. Αυτός  έδιωξε το κορίτσι, αλλά τον προβλημάτισε η αιτία της συμπεριφοράς του. Βυθίστηκε σε σκέψεις γύρω από τη ματαιότητα του κόσμου και την πιθανότητα να έχει ξαναζήσει σε κάποιον άλλο πλανήτη, ώσπου τον κυρίεψε βαθύς ύπνος και ονειρεύτηκε ότι αυτοκτονεί με μια σφαίρα στην καρδιά. Από τον τάφο, ένα σκοτεινό ον τον μετέφερε  στα βάθη του διαστήματος, σ' έναν άλλο κόσμο, ενώ μέσα του ένιωθε «αβάσταχτη αγάπη για τη γη, από την οποία λιποτάκτησε». Η χριστιανική  ανατροφή του Ντοστογιέφσκι (προοριζόταν να διαδεχθεί τον ιερέα παππού του, αλλά προτίμησε την ιατρική και μετά μπήκε σε στρατιωτική σχολή μηχανικών), η ταραγμένη ζωή του (παράτησε τα στρατιωτικά κι ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία, εξορίστηκε στη Σιβηρία και παραλίγο να εκτελεστεί για τις φιλελεύθερες ιδέες του, ώσπου κατέληξε διευθυντής Πτωχοκομείου),  το πάθος του για τζόγο, που τον κατέστρεψε οικονομικά, η επιληψία, η πνευμονοπάθεια κι άλλες αντιξοότητες του ενέπνευσαν ιδέες σαν κι αυτές που περιγράφει, π.χ. μόνο με πόνο μπορούμε ν’ αγαπήσουμε. Ο άνθρωπος δεν είναι μηδενικό. Όσο ζει, υποφέρει, θυμώνει, ντρέπεται για τις πράξεις του. Αν μηδενίσει τη ζωή του, μηδενίζεται κάθε συναίσθημα κι ο κόσμος μαζί, που είναι ένα αντικείμενο της συνείδησης, αφού μπορεί εγώ να είμαι όλος ο κόσμος... Ο κόσμος όπου μετέφερε τον ήρωά του μοιάζει με ηλιόλουστο νησάκι του ελληνικού αρχιπελάγους. Οι κάτοικοι είναι ωραίοι, αθώοι, σοφοί και γεμάτοι αγάπη. Αγνοούν το κακό και τον πόνο και λατρεύουν τη Φύση. Η συναναστροφή τους όμως με τον γήινο τους διέφθειρε. Ό,τι κακό συμβαίνει στη γη διείσδυσε στον παράδεισό τους και μαζί εμφανίστηκαν οι θρησκείες «για τη λατρεία της ανυπαρξίας και της αυτοκαταστροφής στο όνομα της αιώνιας γαλήνης». Εκείνοι που αντιδρούσαν στη νέα κατάσταση λοιδορήθηκαν ή λιθοβολήθηκαν. Ο παράδεισος μετατράπηκε σε κόλαση και ο ήρωας αισθανόμενος την ενοχή του παρακαλούσε να τον σταυρώσουν  για να πάρει πάνω του την αμαρτία. Με το στίγμα του τρελού μυστικιστή και με την απειλή να τον κλείσουν σε φρενοκομείο, ο ήρωας ξυπνά. Θέλει τώρα να ζήσει και να κηρύξει ότι οι άνθρωποι μπορούν να γίνουν ωραίοι κι ευτυχισμένοι με την αγάπη, γιατί το κακό δεν είναι η φυσική τους κατάσταση. Το κοριτσάκι που ικέτευε τη βοήθειά του τον βοήθησε να ανακαλύψει την αλήθεια. Θα ψάξει να το βρει για να επανορθώσει. Το βιβλίο τελειώνει με κήρυγμα αγάπης: «Μήπως δεν είναι όνειρο η ζωή μας; Τι σημασία έχει, αν δεν υπάρχει παράδεισος… Το ουσιώδες είναι να αγαπούμε τον πλησίον μας σαν τον εαυτό μας… Έτσι θα χτίσουμε τον παράδεισο».