Μια κριτική του θεού
Ο χριστιανικός θεός, αδύναμος, παρακμιακός, θεοποίηση του μηδενός, αν και ήταν εξ ολοκλήρου πνεύμα και τέλειος, για να
καταπολεμήσει την ανία του επινόησε τον άνθρωπο. Μετά, για να ικανοποιήσει τον άνθρωπο, δημιούργησε τα ζώα και τελικά τη γυναίκα. Αυτό ήταν το τέλος της ανίας, αλλά και το δεύτερο λάθος
του θεού. Κάθε ιερέας θεωρεί ότι από τη γυναίκα έρχεται η συμφορά στον κόσμο, αλλά και η επιστήμη (καρπός της γνώσης), κι ο θεός της Βίβλου αισθανόταν διαβολεμένο φόβο για την επιστήμη. Από τη γυναίκα έμαθε ο άνδρας να γεύεται τον καρπό της
γνώσης. Ο θεός καταλήφθηκε από πανικό. Είχε δημιουργήσει έναν ανταγωνιστή. Η
επιστήμη σε κάνει ίσο με το θεό. Όταν την αγκαλιάσει ο άνθρωπος, παίρνουν τέλος
οι ιερείς και οι θεοί. Ηθικό δίδαγμα: η επιστήμη είναι το απαγορευμένο καθ’
εαυτό, το πρώτο (προπατορικό) αμάρτημα, το σπέρμα κάθε αμαρτίας. Ο άνθρωπος
έπρεπε να φύγει από τον παράδεισο. Η ευτυχία, η τεμπελιά δίνουν αφορμή για
ιδέες. Ο άνθρωπος δεν πρέπει να σκέφτεται. Κι έτσι ο ιερέας επινοεί την ένδεια, το θάνατο, το
θανάσιμο κίνδυνο της εγκυμοσύνης, τα γηρατειά, την αρρώστια και κάθε είδους
αθλιότητα για τον πόλεμο κατά της επιστήμης. Κι όμως, το έργο της γνώσης
υψώνεται τεράστιο, ταράζει τον ουρανό… Ο παλιός θεός επινοεί τον πόλεμο,
διαιρεί τους λαούς, ώστε οι άνθρωποι να εκμηδενίζουν ο ένας τον άλλο (οι ιερείς
χρειάζονταν πάντα τον πόλεμο). Κι όταν η
γνώση (η απελευθέρωση από τον ιερέα) συνεχίζεται, ο θεός αποφασίζει να πνίξει
τους ανθρώπους... (Νίτσε, «Ο Αντίχριστος», ελεύθερη απόδοση)