Σχολιασμός του θέματος της αποτέφρωσης νεκρών
Το
ζήτημα της καύσης των νεκρών έχει απασχολήσει αρκετά το ελληνικό διαδίκτυο. Καταρτισμένοι
δογματικά σχολιαστές αποκαλύπτουν ότι η χριστιανική εκκλησία δεν έχει
συγκεκριμένο κανόνα που ν’ απαγορεύει την καύση του νεκρού και ότι επιτρέπεται
να γίνει η επικήδεια θρησκευτική τελετή και ν’ ακολουθήσει αποτέφρωση, όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες. Οι
πιστοί απαντούν με τη γνωστή φράση της Π. Διαθήκης «χους ει και εις χουν απελεύσει». Πρόκειται για την κατάρα του θεού
στον πρωτόπλαστο, όταν τον καταδίκασε σε θάνατο εξαιτίας της παρακοής
του. Κάποιος σχολιαστής παρατηρεί ότι οι χριστιανοί έχουν καταργήσει τους παλαιούς
ιουδαϊκούς νόμους, π.χ. την περιτομή και τη διάκριση των τροφών σε καθαρές και
ακάθαρτες, παραμένουν όμως προσκολλημένοι στο δόγμα της υποχρεωτικής ταφής. Όμως,
αντιτείνει κάποιος άλλος, στον ιουδαϊσμό δεν συμβαίνει το απαισιούργημα που
λαμβάνει χώρα στην πατρίδα μας με τις εκταφές που γίνονται μετά από 3 χρόνια, τις
πρόχειρες ταφές των σωμάτων που
παραμένουν άλυωτα και τέλος το πέταγμα των οστών στο χωνευτήρι, όταν οι οικείοι
σταματήσουν να πληρώνουν για τη φύλαξή τους στο οστεοφυλάκιο. Αυτή η μεταχείριση είναι προσβολή και ασέβεια στη μνήμη του νεκρού και όχι η καύση του σώματος. Στην αρχαία Ελλάδα εφαρμόζονταν και η ταφή και η καύση, όχι όμως η εκταφή, εκτός αν γινόταν για τιμωρία του νεκρού. Σχολιαστές
κατατοπισμένοι σχετικά με τα νέα δεδομένα προτείνουν λύσεις, όπως η «βιολογική-ενζυμική επιταχυνόμενη οργανική
διάλυση» ή η δωρεά σώματος για την ιατρική έρευνα. Άλλοι βλέπουν από
οικονομική σκοπιά το θέμα και υπολογίζουν πόσο συνάλλαγμα φεύγει στη Βουλγαρία
για αποτεφρώσεις, με δεδομένο ότι για κάθε αποτέφρωση απαιτούνται τουλάχιστον 400 ευρώ. Οι
περισσότεροι σχολιαστές πάντως επισημαίνουν ότι η επιμονή των εκκλησιαστικών
κύκλων στην ταφή των σωμάτων και η έντονη αντίδραση στην καύση δεν οφείλεται σε
θρησκευτικούς λόγους, αλλά σε οικονομικούς, εφόσον οι ιερείς έχουν μοιράσει σε
τομείς τα νεκροταφεία και εισπράττουν αφορολόγητο χρήμα από νεκρώσιμες
ακολουθίες, τρισάγια, μνημόσυνα τρίμηνα, εννιάμηνα, εξάμηνα κλπ., έτσι ώστε η
εκμετάλλευση του ποιμνίου να συνεχίζεται και μετά θάνατο.