Οι χριστιανοί στην προσπάθειά τους να αποδείξουν την ιστορικότητα του Ιησού, πρόσθεσαν δύο πλαστές μαρτυρίες
στο βιβλίο του Ιουδαίου ιστορικού Φλάβιου Ιώσηπου, «Ιουδαϊκή αρχαιολογία»,
όπου μεταξύ άλλων περιγράφονται και γεγονότα που συνέβησαν στην Ιουδαία την
εποχή που υποτίθεται πως έζησε ο Χριστός. Οι πλαστές αναφορές στο Χριστό
βρίσκονται σε 2 παραγράφους, μια μεγάλη και μια μικρή. Αυτές είναι οι λεγόμενες
«Φλαβιανές
μαρτυρίες». Για τη μεγάλη
θεωρείται ύποπτος ο Ευσέβιος Καισαρείας, εκκλησιαστικός ιστορικός. Την υποψία επιβεβαιώνει
το γεγονός ότι η μαρτυρία αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Ευσέβιο το 314, ενώ την αγνοούν οι θεολόγοι του
2ου αιώνα (Ωριγένης, Τερτυλλιανός, Ιουστίνος κλπ).
1η Φλαβιανή
μαρτυρία (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΗ΄3, 63-64):
«Γίνεται δε κατά τούτον τον χρόνον Ιησούς
σοφός ανήρ, (είγε άνδρα αυτόν λέγειν χρη), ην γαρ παραδόξων έργων ποιητής,
διδάσκαλος ανθρώπων των ηδονή ταληθή δεχομένων, και πολλούς μεν ιουδαίους,
πολλούς δε και του ελληνικού επηγάγετο (ο χριστός ούτος ην). Και αυτόν ενδείξει
των πρώτων ανδρών παρ’ ημίν σταυρώ επιτετιμηκότος Πιλάτου ουκ επαύσαντο οι το
πρώτον αγαπήσαντες (εφάνη γαρ αυτοίς τρίτην έχων ημέραν πάλιν ζων των
θείων προφητών ταύτα τε και άλλα μυρία περί αυτού θαυμάσια ειρηκότων). Εις έτι
τε νυν των χριστιανών από τούδε ωνομασμένον ουκ επέλιπε το φύλον." [Δηλαδή «Εκείνη την εποχή εμφανίστηκε ο
Ιησούς, σοφός άνδρας (αν μπορούμε να τον ονομάσουμε άνδρα), γιατί έκανε
θαυμαστά έργα και ήταν δάσκαλος ανθρώπων που δέχονται την αλήθεια με
ευχαρίστηση. Και πολλούς Ιουδαίους και Έλληνες προσηλύτισε. (Αυτός ήταν ο
Χριστός) Και αυτόν με πρόταση των αρχόντων μας ο Πιλάτος καταδίκασε να
σταυρωθεί, μα εκείνοι που τον αγαπούσαν εξ αρχής δεν τον εγκατέλειψαν (γιατί
τους παρουσιάστηκε την τρίτη μέρα πάλι ζωντανός, εφόσον οι προφήτες είχαν πει
γι αυτόν αυτά και μύρια άλλα θαυμάσια). Και μέχρι τώρα η φυλή των
χριστιανών, όπως ονομάστηκε από αυτόν, δεν έχει εκλείψει.»]. Από το 16ο αιώνα αμφισβητήθηκε η γνησιότητα των φράσεων που
βρίσκονται στις παρενθέσεις. Αργότερα κρίθηκε πλαστή ολόκληρη η παράγραφος,
γιατί δεν συμφωνεί με τις αντιλήψεις και τον τρόπο γραφής του Ιώσηπου, ούτε δένει
νοηματικά στη θέση όπου παρεμβλήθηκε από το χέρι του πλαστογράφου. Ο Ωριγένης, που είχε μελετήσει το έργο του Ιώσηπου και
έζησε έναν αιώνα πριν από τον Ευσέβιο, αγνοούσε αυτήν την μαρτυρία και βεβαίωνε
ότι ο Ιώσηπος δεν πίστευε ότι ο Ιησούς
ήταν χριστός, δηλ. μεσσίας («απιστών τω
Ιησού ως χριστώ, ζητών την αιτίαν της των
Ιεροσολύμων πτώσεως …φησί ταύτα συμβεβηκέναι …. κατ’ εκδίκησιν Ιακώβου
του δικαίου», Λόγος Κατά Κέλσου, 1,47). Επομένως δεν θα ονόμαζε ο Ιώσηπος «Χριστό» τον Ιησού. Εξ άλλου θεωρούσε μεσσία το Βεσπασιανό και
απατεώνες τους εμφανιζόμενους ως μεσσίες, π.χ., τον Ιούδα το Γαλιλαίο, το
Θευδά και άλλους. (Ιουδαϊκοί Πόλεμοι,
ΙΗ΄1,4, Κ΄5,97-99). Αν υποδείκνυε κάποιον ως μεσσία θα εξόργιζε και τους Εβραίους και τους Ρωμαίους. Ως φαρισαίος, θεωρούσε τους
χριστιανούς αιρετικούς και δε θα επαινούσε τον αρχηγό τους σαν δάσκαλο της
αλήθειας, ανώτερο από άνθρωπο και θαυματουργό, ούτε θα ενοχοποιούσε τους Ιουδαίους
άρχοντες για το θάνατό του. Ως ιστορικός του άρεσαν οι λεπτομέρειες
και οι επεξηγήσεις και θα εξηγούσε τη λέξη χριστός1,
αφού το έργο του απευθυνόταν σε Ρωμαίους, που αγνοούσαν τι σημαίνει· Επιπλέον, η παράγραφος δεν «κολλά» με την επόμενη, που αρχίζει με τις
λέξεις «έτερον δεινόν ….» = άλλο κακό
που συνέβη… Αν αφαιρεθεί η πλαστή παράγραφος, η αφήγηση εξομαλύνεται. Ο
πλαστογράφος έβαλε την προσθήκη περί του Χριστού ανάμεσα σε παραγράφους που είχαν θέμα δυσάρεστα γεγονότα της εποχής που ο Πιλάτος
ήταν ηγεμόνας στην Ιουδαία. Προηγείται
η πολύνεκρη καταστολή από τους Ρωμαίους μιας διαμαρτυρίας των Ιουδαίων για την
κατασκευή υδραγωγείου με χρήματα του Ναού και ακολουθεί το «έτερον δεινόν», η εκδίωξη των Ιουδαίων από τη Ρώμη εξαιτίας κάποιων
ομοεθνών τους που εξαπάτησαν μια Ρωμαία αριστοκράτισσα και της πήραν πορφύρα
και χρυσάφι, δήθεν για να τα αφιερώσουν στο Ναό των Ιεροσολύμων, γεγονός που θύμισε
στον Ιώσηπο την
εξαπάτηση μιας Ρωμαίας κυρίας από ιερείς της Ίσιδας
που δωροδοκήθηκαν από έναν ερωτύλο Ρωμαίο για να της τον παρουσιάσουν ως θεό
Άννουβη και να κοιμηθεί μαζί του. Οι γνήσιες παράγραφοι συνδέονται με φράσεις
που βοηθούν στη μετάβαση από το ένα θέμα στο άλλο, ενώ η πλαστή είναι ξεκάρφωτη.
Η 2η, «μικρή φλαβιανή μαρτυρία», (Κ΄,1, 201), ήταν γνωστή στον Ωριγένη. Παρεμβάλλεται στην αφήγηση των πράξεων του Σαδδουκαίου
αρχιερέα Άνανου, που έκανε παράνομα συνέδριο, χωρίς την έγκριση επάρχου (ο έπαρχος είχε πεθάνει και ο νέος έπαρχος βρισκόταν καθ’ οδόν) και
καταδίκασε σε λιθοβολισμό τον Ιάκωβο, αδελφό του Ιησού «του
λεγομένου χριστού», στα
χρόνια του Νέρωνα ((54-68) και του βασιλιά Ιουδαίας Αγρίππα Β΄. Οι νομοταγείς
Ιουδαίοι διαμαρτυρήθηκαν για το λιθοβολισμό του Ιακώβου και ο Αγρίππας για να
τον τιμωρήσει του αφαίρεσε την αρχιερωσύνη και έκανε αρχιερέα τον Ιησού του
Δαμναίου (204). Η προσθήκη «του λεγομένου χριστού», κατά τους χριστιανούς δηλώνει τον αρχηγό τους,
ενώ πρόκειται για τον Ιησού του Δαμναίου,
που ήταν χριστός, αφού χρίστηκε αρχιερέας, ενώ ο χριστιανικός
Ιησούς δεν πήρε ποτέ αυτό το αξίωμα. Οι γιοί του Δαμναίου Ιάκωβος και
Ιησούς ήταν εύκολο να ταυτισθούν με τον Ιησού και τον «αδελφόθεο» Ιάκωβο. Όμως ο λιθοβολισμός του Ιακώβου του Δαμναίου
ξεσήκωσε διαμαρτυρίες, ενώ οι Ιουδαίοι δεν θα διαμαρτύρονταν, αν το θύμα ήταν
χριστιανός.
…………
1Χριστός ήταν κάθε εβραίος αρχιερέας και βασιλιάς, γιατί τον έχριαν
(άλειφαν) με άγιο λάδι, απαγορευμένο στους κοινούς θνητούς (Εξ. Λ΄32-33).
Σύμφωνα με τη χριστιανική διδασκαλία, ο θεός έχρισε τον Ιησού προφήτη, αρχιερέα
και βασιλιά κατά τη Βάπτισή του («πνεύμα κυρίου πάνω μου, γι αυτό με έχρισε»
κλπ., Ησα.ΞΑ΄1, Λουκά δ΄21).